πό την αρχαία ελληνική γραμματεία, από ένα τεράστιο
Αόγ κο έργων, διασώθηκαν ελάχιστες ολοκληρωμένες δημιουργίες, και ψήγματα μόνο από χιλιάδες έργα που χάθηκαν. Τα
αποσάθρωσε της λησμονιάς ο άνεμος. Πολλές φορές μαθαίνουμε
για ην ύπαρξη τους από έμμεσες μαρτυρίες.
Τα παλαιοτέρα ολοκληρωμένα έργα που έφτασαν ως τις μέρες
μας είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια του Ομήρου. Είναι δημιουργήματα, όπως πιστεύεται, του όγδοου π.Χ. αιώνα. Σε μια εποχή που
αρχίζει η ελληνική αναγέννηση, μετά από αιώνες σκότους και πα-ρακμής που ακολούθησε την εξαφάνιση του Αιγαιακού πολιτισμού (έκρηξη ηφαιστείου Θήρας) και την καταστροφή των ανακτορικών πολιτισμών της Κρήτης (Κνωσός, Φαιστός) και της ηπειρωτικής Ελλάδας (Μυκήνες, Τίρυνθα, Πύλος).
Για την εποχή αυτή ο Άγγλος συγγραφέας Άνταμ Νίκολσον
γράφει: «Ο όγδοος αιώνας έγινε μάρτυρας μιας εκτεταμένης αναγέννησης. Ο πληθυσμός της ηπειρωτικής και της νησιωτικής Ελλάδας άρχισε να αυξάνεται. Ο ρυθμός ζωής επιταχύνθηκε … Αποικίες, εμπόριο, βελτιωμένα πλοία, νομίσματα, ναοί, πόλεις, πα-νελλήνιοι αγώνες στην Ολυμπία (οι πρώτοι το 776).
Η τελειοποίηση της γραφής, η τέχνη της απεικόνισης της ανθρώπινης μορφής πάνω σε αγγεία περιμετρικά, οι πρώτες κινήσεις
στην κατεύθυνση των πόλεων κρατών… Ο Όμηρος σύμφωνα με
τη θεώρηση αυτή ήταν γέννημα μιας νέας δυναμικής, πολιτικά
καινοτόμας και πολιτισμικά πλουσιότατης στιγμής στην Ελληνική
ιστορία. Ο ΌΜΗΡΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΜΙΑΣ ΕΞΑΡΣΗΣ».
Σε τι οφείλεται αυτή, η έξαρση, αυτό το ορμητικό κύμα προς
την πρόοδο και τον πολιτισμό; Οι ιδεαλιστές θα το ονόμαζαν
θαύμα. Όμως στις ιστορικές και τις κοινωνικοπολιτικές διεργασί-50
ες το θαύμα απουσιάζει. Τα πάντα εξελίσσονται σύμφωνα με τα
αίτια και τα αιτιατά που παρουσιάζονται στον δεδομένο χρόνο και
τόπο. Αυτό συνέβη στον ελληνικό χώρο.
Όπως όλοι γνωρίζουμε, ο πολιτισμός ξεκίνησε από τις χώρες
της Ανατολικής Μεσογείου, Αίγυπτο, Ασσυρία, Μεσοποταμιά
κλπ. Για αιώνες πολλούς στη Μεσόγειο τα πάντα δανείζονταν και
μοιράζονταν. Οι γειτονικοί λαοί αλληλοεπηρεάζονταν. Έπαιρναν
και έδιναν. Γνώσεις για τη διοίκηση, την κατασκευή εργαλείων, την ναυσιπλοΐα, την κεραμική, την αστρονομία, την κατεργασία
των μετάλλων, την υφαντουργία και τις διάφορες μεθόδους της
γραφής.
Οι Έλληνες σαν λαός γειτονικός και συνάμα θαλασσινός, ήρθαν σε επαφή με τους πολιτισμούς αυτούς με δύο τρόπους. Πρώτα
με τη ναυσιπλοΐα και αργότερα με τον αποικισμό.
Χωρίς τις βάσεις που έβαλαν η Ελλάδα και η Ρώμη, η σύγχρονη Ευρώπη δεν θα υπήρχε. Τα πάντα, λοιπόν δανείζονταν και
μοιράζονταν. Οι πολιτισμοί πέρασαν από την ανατολική Μεσόγειο στην Ελλάδα, από αυτή στη Ρώμη και στη συνέχεια στην
Ευρώπη. Αν ρωτήσετε ποιο ήταν το σπουδαιότερο πολιτιστικό
αγαθό που πήραν οι Έλληνες από την επαφή τους με τους λαούς
που προαναφέραμε, η σωστή απάντηση θα ήταν: Το φωνητικό
αλφάβητο που πήραμε από τους Φοίνικες.
Είναι παράξενο που ομηριστές και φιλόλογοι όπως ο Μπέτε, ο
Φίνσλερ και ο Βιλαμόβιτς – Μέλλεντορφ ισχυρίζονται αβασάνι-στα ότι τα Ομηρικά έπη γράφηκαν μετά το 700 π.Χ. γύρω στο
650. Ο πρώτος μάλιστα ισχυρίζεται ότι προηγείται του Ομήρου ο
Ησίοδος και άρα, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια πήραν την τελική τους
μορφή γύρω στο 600.
Απορίας άξιο. Το 550 ο Πεισίστρατος, με μια επιτροπή 70 σοφών με αρχηγό τον Ονομάκρητο, έμασε όλα τα σκόρπια χειρόγραφα των επών και τα αποκατέστησε. Δεν νομίζω σε 50 χρόνια
51
να είχαν τόσο πολύ αλλοιωθεί. Ασφαλώς τα χειρόγραφα ήταν πο-λύ παλαιότερα.
Ο ακριβής προσδιορισμός του χρόνου γραφής των ομηρικών
επών δεν είναι δυνατός. Υπολογίζεται κατά προσέγγιση. Δεν μπορεί όμως να είναι μετά το 750 π.Χ. και για έναν ακόμη σημαντικό
λόγο. Μετά τη χρονολογία αυτή στην αγγειογραφία εμφανίζονται
σκηνές από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, ή γραφές (όπως στο
ποτήρι από την Ίσκια της Ιταλίας) που αναφέρονται σε επεισόδια
των επών.
Να λάβουμε υπ’ όψη και τον χρόνο που χρειάστηκε από τη
γραφή μέχρι τη διάδοση και γνώση των ποιημάτων. Γενικά παρα-δεχτός χρόνος γραφής είναι από το 800 έως το 750 π.Χ.
52