«Μην του κρατάς κακία πια του θυμωμένου Ποσειδώνα, σκέψου Οδυσσέα, χωρίς αυτόν ρουτίνα θάτανε κι ο νόστος».
Τ.Σ.
Οδύσσεια, το δεύτερο επικό αριστούργημα του Ομήρου
Ηπο υ διασώθηκε, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να γοητεύει τον κόσμο. Συγκρινόμενο με την Ιλιάδα έχει μια βασική διαφορά και πολλές δευτερεύουσες ομοιότητες.
Η Οδύσσεια είναι έργο μεταπολεμικό, σε αντίθεση με την Ιλιάδα που η δράση της εξελίσσεται κυρίως στα πεδία των μαχών.
Έχει σαν πυρηνικό της στοιχείο το κλέος, τη δόξα, την ανδρεία.
Και στην Οδύσσεια χρειάζεται το σθένος και ο αγώνας, αλλά για
να κερδηθεί η ζωή.
Στην Οδύσσεια πρέπει να περάσουν τέσσερις ραψωδίες ή
2.222 στίχοι για να κάνει την πρώτη του εμφάνιση ο πρωταγωνιστής του έπους Οδυσσέας, Οι πρώτες αυτές ραψωδίες αναφέρονται στο ταξίδι του Τηλέμαχου στη Σπάρτη και την Πύλο, σε αναζήτηση πληροφοριών για την τύχη του πατέρα του.
Και η πλοκή του μύθου της Οδύσσειας περιορίζεται σε λίγες
μέρες, σαράντα, από τις οποίες μόνο δεκαεφτά έχουν κινητικότη-τα και δράση. Και όμως, όπως και στην Ιλιάδα, μέσα στον περιορισμένο αυτό χρόνο, περιγράφονται όλες οι περιπλανήσεις και οι
δράσεις του Οδυσσέα, που κράτησαν δέκα ολόκληρα χρόνια.
Η γνωστή τακτική και ο σχεδιασμός του Ομήρου, να μην ακολουθεί χρονολογική σειρά των επεισοδίων, είναι και στο έπος αυ-τό παρούσα. Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο και τρίτο πρόσωπο.
Αφηγείται ο ποιητής και μέσα στην αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο
αφηγείται ο ήρωας. Το γνωστό ομηρικό στρατήγημα. Διήγηση
μέσα στη διήγηση.
124
Ο Όμηρος περιγράφει μόνο τις τελευταίες περιπέτειες του ήρωα, από την αναχώρησή του από το νησί της Καλυψώς ως την
επιστροφή, του στην Ιθάκη. Όλες τις προηγούμενες περιπλανήσεις του ο Οδυσσέας τις αφηγείται ο ίδιος στους Φαίακες, στο ανάκτορο του Αλκίνοο στη Σχερία. Αυτή η εναλλαγή της διήγησης
από τρίτο σε πρώτο πρόσωπο, δίνει αληθοφάνεια στην πλοκή και
είναι ευχάριστη στον ακροατή ή τον αναγνώστη.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Οδύσσειας, που αναπόφευκτα οφείλεται και στο θέμα, είναι η συχνή εναλλαγή του χώρου
μέσα στον οποίο διαδραματίζεται η δράση. Αντίθετα με την Ιλιάδα, που ο χώρος δράσης είναι στατικός: Η Τροία. Στην Οδύσσεια
ο σκηνικός χώρος συνέχεια αλλάζει. Ιθάκη, Πύλος, Σπάρτη, Όλυ-μπος, νησί των Φαιάκων, ξανά Ιθάκη. Χώρια οι μυθικές χώρες τις
οποίες περιγράφει ο ίδιος ο Οδυσσέας.
Όπως η Ιλιάδα, που πολύ νωρίς, έγινε το πρότυπο όλων των
ηρωικών ποιημάτων, έτσι και η Οδύσσεια με τη σειρά της θεωρείται ο πρόγονος όλων των διηγήσεων που μιλούν γα περιπέτειες
και ταξίδια. Όπως στην Ιλιάδα έτσι και στην Οδύσσεια η σοφή
διάταξη της δράσης είναι φανερή μέσα σε μια συμπαγή ενότητα.
Και τα δύο έπη αρχίζουν λίγο πριν από το τέλος της δράσης. Η
Ιλιάδα πριν από την πτώση της Τροίας και η Οδύσσεια πριν την
επιστροφή του ήρωα στην Ιθάκη και την εξόντωση των μνηστήρων.
Ο Έρβιν Λαθς επισημαίνει ότι η ευτυχής συγκυρία της καταγωγής και της ιστορικής στιγμής, εφοδίασαν τον Όμηρο με μια
γλώσσα κι ένα στίχο που ήταν το ίδιο κατάλληλα για να τον βοη-θήσουν ν’ ανυψώσει το έργο του ως την τελειότητα.
Η Ιωνική διάλεκτος της αρχαίας Ελληνικής με Αιολικές επιδράσεις απέκτησε, χάρη στον Όμηρο πανελλήνια αναγνώριση κι
έγινε ένα μέσο καλλιέργειας του συναισθήματος ενότητας όλων
των ελληνικών φύλων. Η δύναμη και η ευλυγισία της γλώσσας
αυτής διευκόλυνε την ποιητική έκφραση. Με τις πολλές σύντομες
125
λέξεις έδινε ένα ρυθμό στη φράση, μια συνοχή και μια ελαστικό-τητα. Μπορεί να την παρομοιάσει κανείς με τα κύματα της θάλασσας με τον εναλλασσόμενό τους δυναμισμό.
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι η έξαρση και η κορύφωση μιας
ποιητικής τέχνης που υπήρχε από αιώνες.
Έχει ειπωθεί ότι η Οδύσσεια αντλεί πολλά στοιχεία από την
λαϊκή παράδοση και από ομόθεμα ή ετερόθεμα παλαιότερα έπη ή
αφηγήματα. Και σίγουρα η διαπίστωση αυτή είναι σωστή. Το ίδιο
δεν ίσχυε και για την Ιλιάδα; Μα ο συγγραφέας παίρνει στοιχεία
από τον ζωντανό του περίγυρο, ή αυτά του παρελθόντος, που έχουν μείνει στη μνήμη του λαού.
Η ανθρώπινη συμπεριφορά και ιστορία έχει συνέχεια. Τίποτα
δεν ξεκινάει από το τίποτα. Αυτό δείχνουν και οι αφηγήσεις του
Οδυσσέα, όταν δίνει τον τρόπο της επιστροφής των άλλων ηρώων
του τρωικού πολέμου στις πατρίδες τους (του Αγαμέμνονα, του
Νέστορα, του Μενέλαου, και άλλων). Ακόμα και τα παραμυθικά
θέματα με Κύκλωπες, Λωτοφάγους, Λαιστρυγόνες, Σειρήνες κλπ.
Είναι φανερό, πως σε γενικές γραμμές ήταν γνωστά στον κόσμο.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι υπήρχε μια παλιά προοδυσσειακή
παράδοση (χωρίς ρητές μαρτυρίες) ότι το όνομα «Οδυσσεύς» είναι προελληνικό και πως το δόλο και τις λοιπές του ικανότητες τις
κληρονόμησε από τον παππού του τον Αυτόλυκο.
Και τι πάει να πει αυτό; Εμείς έχουμε μπροστά μας έναν άνθρωπο όπως μας τον παρουσιάζει ο Όμηρος. Αυτόν αγαπάμε και
θαυμάζουμε, αυτουνού τον αγώνα και την αγωνία για την επιβίωση παρακολουθούμε. Μπροστά μας είναι ο «πολύτροπος» Οδυσσέας, ο πορθητής του κάστρου της Τροίας, που στο γυρισμό του
για την Ιθάκη παθαίνει μύρια όσα από τον θυμωμένο Ποσειδώνα.
Όπως στην Ιλιάδα σχετικά με το θάνατο του Αχιλλέα και την
πτώση της Τροίας, παρόμοια και στην Οδύσσεια προεξαγγέλλο-νται σε μια μαντεία οι μετέπειτα περιπέτειες του Οδυσσέα. Επιβε-βαιώνεται κάτι προτού να συμβεί.
126
Είναι κι αυτό μια από τις τεχνικές επινοήσεις του Ομήρου, όπως είναι και το γεγονός, πως μεταπλάθοντας τα χαρακτηριστικά
και τη συμπεριφορά του πρωταγωνιστή του, μας παρουσιάζει έναν Οδυσσέα πάσχοντα και αγωνιζόμενο να γλυτώσει τους συντρόφους του και τον εαυτό του. Θα τολμούσαμε να πούμε και
μάρτυρα.
Ο ποιητής τοποθετεί τη δράση της Οδύσσειας στη Δυτική Μεσόγειο, σε αντίθεση με την Ιλιάδα που τα επεισόδια της περιγράφονται στην Ανατολική. Δεν ξέρω αν στην προτίμηση αυτή του
Ομήρου έπαιξε κάποιο ρόλο η αποικιακή εξόρμηση των Ελλήνων
για εγκατάσταση στην κάτω Ιταλία και Σικελία, κατά τον 8ο π.Χ.
αιώνα. Είναι πολύ πιθανό.
Προσέξτε τί καταπληκτική δομή έχει η Οδύσσεια. Ο ακροατής
ή ο αναγνώστης, από τις εισαγωγικές ήδη σκηνές του έπους, γνωρίζει ότι ο Οδυσσέας ζει και ότι οι θεοί αποφάσισαν την επιστροφή του στην Ιθάκη. Τα πρόσωπα όμως που ενδιαφέρονται γι’ αυτόν (Πηνελόπη, Τηλέμαχος, μνηστήρες κλπ.) είναι βέβαιοι ότι ο
Οδυσσέας δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Οι φιλολογικοί κριτικοί, μπροστά σ’ ένα μεγάλο λογοτεχνικό έργο, είναι συνήθως φειδω-λοί στον καλό λόγο. Προσπαθούν πάση θυσία να βρουν μειονε-κτήματα στο μύθο, τη δομή ή στα εκφραστικά μέσα του κειμένου.
Όμως καμιά κριτική δεν μπορεί να μειώσει τη λάμψη ενός έργου
αν αυτό είναι πράγματι άξιο.
Δεν ήταν λίγοι αυτοί που υποστήριξαν ότι ήταν λάθος προσθήκη οι τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Οδύσσειας, όπου πρωταγωνιστής είναι ο Τηλέμαχος.
Στις ραψωδίες αυτές ο γιος του ήρωα, με παρότρυνση της θεάς
Αθηνάς, ξεκινάει ένα ταξίδι σε αναζήτηση του πατέρα του. Επισκέπτεται τους παλιούς συμμαχητές του στην Πύλο και τη Σπάρτη τον γερο-Νέστορα και τον Μενέλαο, με την ελπίδα να μάθει
κάτι για την τύχη του πατέρα του.
127
Η «Τηλεμάχεια», έτσι αποκαλούνται οι τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Οδύσσειας όπου πρωταγωνιστεί ο Τηλέμαχος, θεωρήθηκε περιττή αφού λείπει ο Οδυσσέας. Αυτός εμφανίζεται από τη
ραψωδία ε και πέρα. Δεν θα θεωρούταν όμως παράλογο να μην
αναφερθεί από τον Όμηρο καμιά αναζήτηση του αγνοούμενου
από τους οικείους του; Δε θα τους αδικούσε; Και κάτι άλλο. Η
παράταση του χρόνου επιστροφής δημιουργεί από μόνη της μια
δραματική ένταση, που κρατάει ως το τέλος.
Λέμε ότι ο Οδυσσέας απουσιάζει από την «Τηλεμάχεια». Και
όμως η σκιά και η ανάμνησή του είναι πανταχού παρούσα. Προτού εμφανιστεί αυτοπροσώπως στη σκηνή, προβάλλεται έμμεσα
στη θύμηση των συγγενών, των γνωστών και των συντρόφων του
στον πόλεμο της Τροίας. Με τον τρόπο αυτό ο ποιητής προσπαθεί
να σκιαγραφήσει τη μορφή του Οδυσσέα. Να προσδιορίσει τα
βασικά του χαρακτηριστικά στους μελλοντικούς ακροατές ή αναγνώστες του.
Η σκόπιμη καθυστέρηση και η αργή εξέλιξη της δράσης εξυπηρετούν το σχέδιο που έχει καταστρώσει ο Όμηρος. Παρότι ξεχωρίζει ο έντονος νόστος του Οδυσσέα, ο ποιητής προσπαθεί να
καλύψει όσο γίνεται το κενό της εφτάχρονης παραμονής του με
την Καλυψώ. Ο χρόνος αυτός δεν έχει κανένα αφηγηματικό ενδιαφέρον. Οι παρεμβάσεις και οι αναφορές για την επιστροφή άλλων ηρώων του πολέμου της Τροίας στην πατρίδα τους (ραψωδία
γ΄, δ΄) και όσων συμβαίνουν στην Ιθάκη, στην Πύλο και τη Σπάρτη αυτό το σκοπό εξυπηρετούν.
Να γεμίσει κατά κάποιο τρόπο το κενό της επτάχρονης απουσίας του Οδυσσέα και να δώσει στον ακροατή ή τον αναγνώστη
την ψευδαίσθηση ότι ο χρόνος αυτός ήταν πράγματι μεγάλος και
βασανιστικός. Τα εφτά χρόνια που περνάει στην Ωρυγία ο Οδυσσέας, είναι μια από τις μεγάλες αποσιωπήσεις της Οδύσσειας.
Εντύπωση προκαλεί και το γεγονός της προβολής του ήθους
των προσώπων μέσα στο έπος. Λέγεται πως πολλά από τα πρό-128
σωπα αυτά είναι προομηρικά (εκτός από τον Οδυσσέα, την Πηνελόπη, τον Τηλέμαχο κ.ά.) και αναπλάστηκαν ή προσαρμόστηκαν
στις απαιτήσεις που ποιητικού σχεδίου του συγγραφέα. Άλλες
μορφές όπως της Ευρύκλειας, τη Ναυσικάς, του Εύμαιου κλπ.
φαίνεται πως είναι πλάσματα αποκλειστικά δικά του.
Πρέπει εδώ να προσέξουμε μια λεπτομέρεια πολύ μεγάλης σημασίας. Στα πρόσωπα του χοιροβοσκού Έρμαιου, της γριάς Ευρύκλειας, της Ευρυνόμης και του Φοιλίτιου, ο Όμηρος προβάλλει
την αρετή των ταπεινών ανθρώπων, καθώς σ’ αυτό τον βοηθάει
και το θέμα της ιστορίας του.
Απομακρύνεται, θα λέγαμε από τα ιδανικά της ηρωικής εποχής
–Ιλιάδα– που ήθελε να μνημονεύονται αποκλειστικά τα κλέη των
«Διογενών» βασιλέων και των αρχόντων.
Ας δούμε λίγο τί γράφει στον πρόλογο της Οδύσσειας ο Ι.Θ.
Κακριδής, που τη μετέφρασε μαζί με το Νίκο Καζαντζάκη. Να
σημειώσουμε εδώ, ότι οι δύο αυτοί άξιοι πνευματικοί άνθρωποι, μετέφρασαν πρώτα την Ιλιάδα δουλεύοντας και ξαναδουλεύοντας
το αθάνατο κείμενο δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια «Διαφορετι-κός είναι ο αγέρας της Οδύσσειας γι’ αυτόν που έρχεται από την
Ιλιάδα. Στην Οδύσσεια, τον Τρωικό πόλεμο οι ήρωες δεν τον
ζουν σαν καθημερινή οδυνηρή πραγματικότητα, τον ζουν σα θύμηση μόνο».
Οι μέθοδοι δόμησης της Οδύσσειας, η αρχιτεκτονική της ανάπτυξη και η ποικιλία των τρόπων αφήγησης, είναι φανερό, θυμίζουν το αρχικό της πρότυπο, την Ιλιάδα. Είναι επίσης πασίδηλο
ότι πρόκειται για ένα άλλο είδος ποιήματος που εξυπηρετεί έναν
διαφορετικό σκοπό. Διαβάζοντας την Οδύσσεια είναι φανερό ότι
πρέπει να την κρίνουμε ανεξάρτητα και όχι σε σύγκριση με την
Ιλιάδα.
Στο σημείο αυτό νομίζω πως θα ήταν χρήσιμο να δούμε σε τι
διαφέρει ακόμη η Οδύσσεια από την Ιλιάδα. Σε ποια σημεία υ-129
στερεί και σε ποια την αγγίζει ή την ξεπερνά. Το είπαμε εξ’ άλλου. Πρόκειται για διαφορετικά είδη ποιήματος.
Η Ιλιάδα ζει και αναπνέει μέσα στην ένταση και την αποπνι-κτική ατμόσφαιρα του πολέμου. Παρά τις σημαντικές της παρεκβάσεις το ύφος του ποιήματος παραμένει αυστηρό, όπως θα ταίριαζε σε μια ηρωική εποχή. Θέλοντας να μετριάσει την αγριότητα
του πολέμου και την οσμή του αίματος ο Όμηρος παραβάλει συχνά πυκνά σκηνές ειρηνικής ζωής στις παρομοιώσεις ή τις θαυμαστές εικόνες που περιγράφει.
Το θέμα της Οδύσσειας αφορά μιαν άλλη εποχή. Εποχή μεταπολέμου κι ανήσυχης ειρήνης. Τα τρομερά γεγονότα του τρωικού
πολέμου είναι πρόσφατα. Μερικοί από τους ήρωες αυτού του πολέμου μόλις έχουν επιστρέψει στην πατρίδα τους και μόνο ο Οδυσσέας παραδέρνει ακόμα στις θάλασσες και στις στεριές.
Η γλώσσα, το ύφος και οι συμπεριφορές στην Οδύσσεια είναι
πιο εκλεπτυσμένες, πιο καλλιεργημένες. Θα μπορούσαμε να πούμε πιο πολιτισμένες. Το γεγονός αυτό έδωσε το επιχείρημα στους
«χωρίζοντες» να υποστηρίξουν πως άλλος είναι ο ποιητής της Ιλιάδας και άλλος της Οδύσσειας. Τον ισχυρισμό αυτό τον απορ-ρίψαμε σε προηγούμενα κεφάλαια. Όπως έγραψε για το θέμα αυ-τό κάποιος κριτικός: «Στον πόλεμο πάμε με εμβατήρια και στις
χαρές με βιολιά».
Και στην Οδύσσεια περιγράφονται μάχες και δράσεις πολεμικές, όπως είναι η άλωση της Τροίας με το τέχνασμα του Δούρειου
Ίππου. Όμως ο αφηγητής ανακαλεί τις σκηνές αυτές από τη μνήμη. Είναι μακριά από τη φωτιά της κόλασης Είναι επόμενο η απόσταση αυτή να αμβλύνει λίγο τις γωνίες από τις φριχτές και
σκληρές περιγραφές της Ιλιάδας.
Στην Οδύσσεια δεν υπάρχει μαζική σύγκρουση. Η δράση ακολουθεί τα λίγα κύρια πρόσωπα μεθοδικά και στοχευμένα προς τον
κύριο σκοπό. Την επιστροφή του ήρωα και την επιβολή της τάξης.
130
Αυτό είναι το κυρίως πιάτο. Κοντά σ’ αυτό με ηρεμία, με πει-στικότητα, με ανθρωπιά αναδεικνύονται αρετές και αξίες που δείχνουν υψηλό επίπεδο πολιτισμού. Η αισιόδοξη αντίληψη της
ζωής, αγάπη και σεβασμός ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, αφοσίωση από μέρους του γιου, της συζύγου ή των υπηρετών, φιλοξενία, η ανθρώπινη ευθύνη για τα τραγικά γεγονότα, η θεοσέβεια
κλπ.
Οι υπαινιγμοί για το τί πρόκειται ν’ ακολουθήσει ή τα μισόλογα που λένε οι μάντεις είναι γνωστή ομηρική τακτική. Εκθέτουμε
τα γεγονότα πριν αυτά πραγματοποιηθούν. Όταν οι θεοί αποφασίζουν την απελευθέρωση του Οδυσσέα από το νησί της Καλυψώς, στέλνουν τον Ερμή να την πληροφορήσει ότι πρέπει ο Οδυσσέας
να φύγει για την πατρίδα του. Άθελά της η νύμφη υποτάσσεται
στη θέληση των θεών. Του εύχεται καλό ταξίδι και μεταξύ άλλων
του λέει:
«Καλό ταξίδι να χαρείς, με το καλό ν’ αράξεις.
Μ’ αν ήξερες τι πικραμούς κρύβει για σένα η μοίρα, ως που να πας και να διαβείς, στην πατρική τη γή σου
θα ρίζωνες κοντά μου εδώ, για μένα θα γνοιαζόσουν
αθάνατος μεσ’ στους θνητούς, κι ας λαχταράς περίσσια
μέρα και νύχτα ανέπανα, να ιδείς τη σύγκλινή σου».
Τα λόγια της Καλυψώς είναι θα λέγαμε προφητικά. Γνωρίζει
τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν. Τους θαλασσοδαρμούς και
τις αγωνίες του. Τα λόγια της είναι γεμάτα «από μια επίμονη και
σχεδόν πολιτισμένη μελαγχολία» όπως γράφει ο καθηγητής S.
Kirk.
Η Οδύσσεια σαν σύνολο δεν είναι, θα λέγαμε, ηρωικό ποίημα.
Το επίθετο όμως αυτό είναι πολυσήμαντο. Τι σημαίνει «ήρωας»
και «ηρωικό;». Μόνο η γενναία πράξη στον πόλεμο; Το να πα-λεύεις για την επιβίωσή ή την επιβολή της τάξης και της δικαιοσύνης δεν είναι πράξη ή δράση ηρωική; Ο περιορισμός του υψη-λού ύφους και της σκληρής αρχαϊκής γλώσσας την διαφοροποιεί
131
ως ένα σημείο από την Ιλιάδα. Η Οδύσσεια έχει σημαντικές ιδιότητες που δεν τις έχει η Ιλιάδα. Ο χαμηλός λεκτικός τόνος εξυπηρετεί την πολύπλοκη αλλά προσεκτικά δομημένη υπόθεση.
Το ύφος αλλάζει όσο πλησιάζουμε στην τελική πράξη που είναι ο φόνος των μνηστήρων. Η οσμή του αίματος μολύνει τον αέ-ρα. Μπαίνουμε ξανά στο κλίμα της Ιλιάδας.
Η Ιλιάδα έχει μια εγγενή αδυναμία. Η δράση της περιορίζεται
σ’ έναν ορισμένο τόπο και χώρο. Στην Τρωάδα, γύρω από το κάστρο του Ιλίου και τα πλοία των Αχαιών. Η Οδύσσεια έχει το
πλεονέκτημα ποικίλων δράσεων σε διαφορετικούς τόπους και
χώρους. Ο μύθος χρειαζόταν περισσότερη εφευρετικότητα, εμμονή στις λεπτομέρειες και ελιγμούς πιο σύνθετους από ότι στην
Ιλιάδα.
Οι θεοί στην Οδύσσεια παρουσιάζονται ελαφρά διαφορετικοί
στο χαρακτήρα απ’ ότι στην Ιλιάδα. Έχουν πιο αυξημένη «ηθική
ευαισθησία» και οι επεμβάσεις τους στα ανθρώπινα λιγότερο εμ-φανείς. Ο μόνος Ιλιαδικός θεός είναι ο Ποσειδώνας που για λόγους προσωπικούς καταδιώκει τον Οδυσσέα.
Υπάρχει σταθερή και επαναλαμβανόμενη εναλλαγή φανταστι-κού – μυθικού στοιχείου και νατουραλισμού – ρεαλισμού από την
άλλη. Ο συνδυασμός αυτός δίνει στο ποίημα μια δυναμική φυγής
από την μονοτονία και αποτελεί σίγουρα μια πλεονεκτική ιδιότη-τα της Οδύσσειας.
Σε όλη μας τη μελέτη έρχεται και ξαναέρχεται το ερώτημα: πώς είναι δυνατό δύο μεγάλα περίπλοκα ποιήματα, η Ιλιάδα και η
Οδύσσεια, να έχουν συντεθεί προφορικά χωρίς τη μεσολάβηση
της γραφής; Αναφέραμε σε προηγούμενα κεφάλαια τις αντιρρή-σεις μας για την προφορική σύνθεση των δύο επών. Σίγουρα υπήρχαν προομηρικά αφηγηματικά στοιχεία, που πολλά από αυτά
δανείστηκε η Οδύσσεια. Είναι όμως άλλο πράγμα αυτό που ισχυρίζονται οι οπαδοί της προφορικής σύνθεσης. Ότι δηλαδή μικρά
ανεξάρτητα ποιήματα, που κυκλοφορούσαν στο στόμα του λαού, 132
ενώθηκαν για να γίνουν τα έπη. Τραγούδια διαφορετικών εποχών, τόπων και διαλέκτων. Η αφέλεια στην ύψιστη εκδοχή της.
Με την βοήθεια της γραφής ο Όμηρος μπόρεσε να χτίσει δύο
πελώριες κατασκευές, χρησιμοποιώντας σαν πρώτη ύλη το τεράστιο και ποικίλο παραδοσιακό υλικό –προφορικό ή γραφτό– που
έφτασε μέχρις αυτόν. Κατασκευές με σχέδιο, με εσωτερική συνοχή μεταξύ των μερών, με σκοπούμενη ισορροπία μεταξύ τέρψης
και διδαχής. Και όταν το θαύμα πήρε σάρκα και οστά, εκατοντάδες εκατοντάδων αοιδοί και ραψωδοί πήραν μικρά ή μεγάλα αποσπάσματα από τα αθάνατα κείμενα και τα διαλάλησαν σ’ όλον
τον ελληνικό κόσμο.
Στην Οδύσσεια ο Όμηρος αποφεύγει προσεκτικά να επανα-λαμβάνει μικρό ή μεγάλο μέρος της Ιλιάδας, σημαντική ή όχι
δράση. Επεισόδια που φυσιολογικά έπρεπε να έχουν μπει στην
Ιλιάδα (θάνατος του Αχιλλέα, άλωση του κάστρου, επιστροφή
των ηρώων στην πατρίδα) ζωντανεύουν στην Οδύσσεια, θα μπορούσαμε να πούμε σαν ετερόθεμα, με τη μορφή της αφήγησης. Οι
περιγραφές δεν είναι ζωντανές, ανακαλούνται από τη μνήμη του
αφηγητή.
Είναι ευκαιρία να πούμε δύο λόγια για την ερμηνεία της λέξης
«αφήγηση» και την διαφορά της από την «διήγηση». Αντιγράφω
περιληπτικά ότι λέει ο καθηγητής Δ. Μαρωνίτης στο βιβλίο του
«Αρχαϊκή Επική Ποίηση σελ. 47-48».
«Η αφήγηση είναι σύνθετη λέξη από την πρόθεση «από» και
το ρήμα «ηγούμαι» –πηγαίνω μπροστά οδηγώντας τους άλλους–
ρόλος που ανατίθεται κάθε φορά στον περιστατικό ή στον επαγγελματία αφηγητή. Πρόκειται επομένως για μεταφορά, που προϋ-ποθέτει ότι το αφήγημα μοιάζει με δρόμο και χρειάζεται έναν
προπομπό, ο ποίος να οδηγεί όσους το παρακολουθούν ακούγοντας …
Συχνά ο όρος «αφήγηση» αντικαθίσταται από τον όρο «διήγηση», που το πρώτο συνθετικό είναι τώρα η πρόθεση «διά». Η δια-133
φορά ανάμεσα στις δύο προθέσεις διαφοροποιεί κάπως τους δύο
όρους στο εξής σημείο: Η πρόθεση «από» της αφήγησης εντοπίζει
περισσότερο το ξεκίνημα, την αφετηρία του αφηγηματικού λόγου, από την οποία εξαρτάται η πρόοδός του∙ ενώ η πρόθεση «διά» της
διήγησης επιμένει κυρίως στη διαδρομή της αφήγησης, απ’ αρχής
μέχρι τέλους …».
Ο Όμηρος είχε γοητευτεί όταν ήταν νέος από τη λάμψη και το
μεγαλείο μιας άλλης εποχής από την οποία τον χώριζαν αιώνες.
Έφταναν όμως στ’ αυτιά του θρύλοι και παραδόσεις μιας μυθικής
εποχής, ενός κόσμου όπου οι Διογενείς βασιλιάδες και άρχοντες
συναγωνίζονταν μεταξύ τους σε ηρωικές πράξεις και δράσεις, όπου η ύψιστη αρετή ήταν το κλέος. Η δόξα και η υστεροφημία.
Αυτόν τον κόσμο ανάστησε την Ιλιάδα. Έναν κόσμο που ο θρύλος είχε πολλαπλασιάσει τη λάμψη του. Είναι η ύστερη εποχή του
χαλκού 1400 - 1200 π.Χ.
Αντίθετα με την Ιλιάδα η Οδύσσεια κινείται μέσα στον χρόνο
που υποτίθεται ότι έζησε ο Όμηρος. Δεύτερο μισό του 8ου π.Χ.
αιώνα. Στην διάρκεια των τεσσάρων αιώνων που μεσολάβησαν
από τα τρωικά μέχρι την εποχή του ποιητή έγιναν τεκτονικές αλλαγές στον κόσμο της Μεσογείου και της Μ. Ανατολής.
Αυξήθηκαν οι επαφές μεταξύ γειτονικών λαών, άρχισε ο αποικισμός με τα γνωστά του επακόλουθα, ξεκίνησε το εμπόριο, βελ-τιώθηκαν τα πλοία και τα ταξίδια, αυξήθηκαν οι πληθυσμοί. Και
το σπουδαιότερο για τους Έλληνες και τον κόσμο: Υιοθετήθηκε
και διαδόθηκε η φωνητική φοινικική γραφή.
Πολλοί πιστεύουν ότι η Ιλιάδα είναι ένα πολύ παλιό ποίημα
και πως η Οδύσσεια είναι πολύ νεότερο. Υπάρχει μια σύγχυση.
Τα δύο ποιήματα πιθανό να τα χωρίζει μια γενιά. Οι «χωρίζοντες»
παίρνοντας σαν αφορμή τη γλώσσα της Οδύσσειας που είναι πιο
ήπια και λιγότερο αρχαϊκή βγάζουν το συμπέρασμα ότι άλλος είναι ο ποιητής της Ιλιάδας και άλλος της Οδύσσειας.
134
Είναι αλήθεια ότι ο Όμηρος στην Ιλιάδα χρησιμοποιεί μια
γλώσσα πιο αυστηρή, μια γλώσσα που η παράδοση την ήθελε πιο
σοβαρή γιατί αυτό ταίριαζε στην ηρωική ποίηση. Το λεξιλόγιο
και η φρασεολογία δεν ήταν τόσο επιτηδευμένο όπως στην Οδύσσεια. Μα αυτό ήταν φυσικό γιατί άλλη ήταν η θεματογραφία της
Ιλιάδας και άλλη της Οδύσσειας. Σ’ αυτήν δε μιλούνε μονάχα οι
ήρωες και οι θεότητες, μα και άνθρωποι κοινοί, από χοιροβο-σκούς και γιδάρηδες μέχρι δούλοι και υπηρέτες. Η γλώσσα επομένως είναι θα λέγαμε πιο λαϊκή.
Στην Οδύσσεια τονίζεται και ξανατονίζεται η φλογερή θέληση
επιβίωσης του ήρωα. Υπομένει και παλεύει να ξαναβρεθεί στον
οικείο τόπο που τον γέννησε, κοντά στην οικογένειά του και τους
ανθρώπους που τον αγαπούν και τους αγαπάει. Το σώμα πολλές
φορές λυγάει μα η ψυχή δε λέει να υποκύψει.
Πριν από την τελική λύση γεμίζουνε τα φρένα και τα σπλάχνα
του με δύο χαρούμενες αναχωρήσεις. Αναχώρηση από το νησί της
Καλυψώς ύστερα από εφτά χρόνια εξάρτισης από τη θεά, και αναχώρηση από τη φιλόξενη Σχερία, τη χώρα των Φαιάκων.
Στη φύση και τη ζωή οι συγκυρίες γίνονται αιτία πολλές φορές
για δράσεις και επιδράσεις που ευνοούν την εξέλιξη. Στον 8ο αιώνα η αλφαβητική γραφή, κατά τα φαινόμενα, είχε σχεδόν τελειοποιηθεί και είχε αρχίσει η διάδοσή της στον ελληνικό κόσμο. Τη
στιγμή αυτή -ευτυχής συγκυρία- στην Ιωνία είχε γεννηθεί μία δημιουργική ιδιοφυΐα, ο Όμηρος. Η γραφή και ο Όμηρος υπήρξαν
πιθανώς παράλληλα προϊόντα. Το αποτέλεσμα; Δύο αθάνατα έρ-γα. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια.
Ένα από τα αφηγηματικά ευρήματα του Ομήρου είναι η πα-ράλληλη προβολή δύο αντιθέσεων μέσα στο μύθο. Στην Ιλιάδα
δίπλα στις φριχτές περιγραφές των μαχών, εικόνες και σκηνές ειρηνικές. Στην Οδύσσεια, δίπλα στο τυχερό – άτυχο ήρωα, οι αφηγήσεις για τους δραματικούς θανάτους ή τους νόστους πολλών
παλληκαριών. Το τραγικό όμως τέλος του βασιλιά Αγαμέμνονα, 135
που επιστρέφει νικητής από την Τροία, αλλά δολοφονείται από
τον εραστή της γυναίκας του, επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά
στην Οδύσσεια.
Συνολικά το θέμα αυτό το αναφέρουν: ο Δίας (α 35-43), η Αθηνά (α 298-302), ο Νέστορας (γ 193-200, 301-312), ο Πρωτέας
(δ 512-537), ο ίδιος ο Αγαμέμνονας στον Κάτω Κόσμο, όπως το
αφηγείται ο Οδυσσέας (λ 405-461), ο ίδιος ο Οδυσσέας (ν 383-386), πάλι ο Αγαμέμνονας (ξ 191-202), ο οποίος καλοτυχίζει τον
Οδυσσέα που έχει ανθρώπους που τον αγαπούν και τον περιμένουν στην Ιθάκη. Τυχερός ο Οδυσσέας, τραγικά άτυχος ο Αγαμέμνονας.
Στις χτυπητές αντιθέσεις θα πρέπει να θυμίσουμε δύο χώρες
από τις οποίες πέρασε ο Οδυσσέας και να τις συγκρίνουμε με την
Ιθάκη. Πρώτα το μαγικό νησί της Καλυψώς, που θυμίζει επίγειο
παράδεισο, γεμάτο αμπέλια και λουλουδότοπους. Και τη νύμφη
να του υπόσχεται αθανασία Στη συνέχεια η χώρα των Φαιάκων, ωραιοποιημένη και ειρηνική. Και πρόταση να νυμφευθεί τη Ναυσικά. Ο Οδυσσέας όμως δε λυγάει στους πειρασμούς. Θέλει να
γυρίσει στην κακοτράχαλη και φτωχή πατρίδα του;.
Και μόνο το γεγονός, υποστηρίζει ο Μάικ Σιλκ, ότι ο Οδυσσέας προτιμά τη δική του Ιθάκη, παρά τις τόσο θελκτικές επιλογές, αρκεί για να επιβεβαιώσει με σαφήνεια τον ηθικό στόχο του Ομήρου. Ηθικό στόχο που όντως αντηχεί επί χιλιετίες στη δυτική
λογοτεχνία.
Τί αντιθέσεις μας δημιουργεί αυτός ο Όμηρος! Στην «πολεμική» Ιλιάδα ο σκληρός και αδίστακτος εξολοθρευτής των Τρώων
Αχιλλέας, στο τέλος του έπους, μεταμορφώνεται. Μαλακώνει, γίνεται πιο ανθρώπινος. Αντίθετα, στην πιο «πολιτισμένη» Οδύσσεια ο ήρωας σκληραίνει σε βαθμό που δεν μας είχε συνηθίσει.
Σκοτώνει δίχως οίκτο τους μνηστήρες για να πάρει εκδίκηση. Στο
τέλος της Ιλιάδας ο Αχιλλέας κατεβάζει την ένταση. Στο τέλος
της Οδύσσειας ο Οδυσσέας ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια. Εκδίκη-136
ση, εκδίκηση, εκδίκηση. Δυστυχώς ακόμα ο κόσμος πιστεύει ότι
τα αντίποινα και η εκδίκηση είναι ένας τρόπος απονομής δικαιοσύνης.
Τα δύο αυτά ποιήματα είναι αδερφά, το καθένα όμως από αυτά
εκφράζει διαφορετική αντίληψη για τη μοίρα του ανθρώπου και
το προβλήματα της ζωής.
Η Ιλιάδα είναι ριζωμένη στον πόνο, στις τραγικές συνέπειες
του πολέμου της Τροίας. Όπου τις δράσεις και τις αποφάσεις δεν
τις παίρνουν μόνο οι άνθρωποι, αλλά και οι θεοί. Είναι κατά κάποιο τρόπο παγιδευμένη σ’ έναν περιορισμένο τόπο και χώρο, όπου η τραγικότητα προβάλλει σαν πρωταγωνιστικό στοιχείο.
Η Οδύσσεια είναι σχεδόν πάντα ελεύθερη και διαρκώς εφευρε-τική. Η διαφορά φαίνεται και από τους πρωταγωνιστές. Τον Αχιλλέα και τον Οδυσσέα. Ο πρώτος επιδιώκει το κλέος ή τον τι-μημένο θάνατο. Ο δεύτερος αγωνίζεται ενάντια στα στοιχεία της
φύσης και τις αντιξοότητες κάθε είδους για την επιβίωση. Ο ένας
αποτελεί μνημείο πείσματος και περηφάνιας και ο άλλος πολυμή-χανος, καταφερτζής, στη συμπεριφορά του οποίου τίποτε δεν είναι δεδομένο.
Ο Οδυσσέας σε καμιά περίπτωση δεν είναι το θύμα. Ταλαιπω-ρείται και υποφέρει, όμως αντιστέκεται με σώμα και πνεύμα. Η
αρετή του είναι η ευελιξία και το σθένος. Στα πολύ δύσκολα λυγί-ζει χωρίς να σπάσει και ύστερα επανέρχεται.
Υπάρχουν στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια εκατοντάδες εκατοντάδων στίχοι που περιγράφουν με σχολαστική λεπτομέρεια, αντικείμενα, τοπία, και δράσεις. Σε στεριά και θάλασσα. Νησιά, καράβια, δάση και παλάτια. Πολλοί θεωρούν περιττές αυτές τις
περιγραφές. Δεν έχουν δίκαιο. Αυτές εξυπηρετούν τρεις σκοπούς: 1) Η αφήγηση γίνεται πιο αληθοφανής. 2) Παρεμβάλλονται μεταξύ δύο συμβάντων για να έχει τον απαραίτητο χρόνο ο ακροατής
να συλλάβει τη δράση. 3) Επιμηκύνει την αναμονή για το τέλος
της ιστορίας ανεβάζοντας την ένταση.
137
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι περιγραφές αυτές έχουν και
μια σκοπιμότητα διδαχής. Να γνωρίσει ο ακροατής πράγματα που
δεν του είναι γνωστά.
Ο Όμηρος είναι αυθεντία στα αφηγηματικά τεχνάσματα. Δεν
είναι τυχαίο, ότι για χίλια χρόνια, Έλληνες και Ρωμαίοι ποιητές
προσπάθησαν να τον μιμηθούν.
Ο Λογγίνος τον 1ου αιώνα μ.Χ. είχε πει ότι η Οδύσσεια αποτελεί ένα επίλογο του τρωικού έπους της Ιλιάδας. Το ισχυρίστηκε
αυτό επικαλούμενος τις αναμνήσεις του γέρου Νέστορα από τις
μάχες του τρωικού πολέμου, όπως αυτές τις διηγείται στον γιο του
Οδυσσέα, Τηλέμαχο. (ραψ. γ΄ 103-200).
138