ίναι φανερό πως πριν από τα έπη του Ομήρου υπήρχαν
Επα λιές συνθέσεις με το ίδιο θέμα. Εξάλλου το δακτυλικό
εξάμετρο στην ποίηση δεν επινοήθηκε από τον Όμηρο. Είναι σίγουρο πως για να φτάσει ο στίχος σε τέτοια τελειότητα έπρεπε να
είχε προηγηθεί πολύχρονη επεξεργασία. Το ίδιο ισχύει και για το
γλωσσικό όργανο.
Χωρίς αμφιβολία υπήρχαν παλιές συνθέσεις, παραδόσεις, θρύλοι, τραγούδια, ύμνοι σε διάφορες παραλλαγές και προσεγγίσεις
Ο απόηχος από όλα αυτά έφτανε μέχρι την εποχή του Ομήρου.
Πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας και κάτι άλλο. Γράφηκαν πολλά
και μετά τη σύνθεση, των δύο επών και πολλοί μελετητές, παλιοί
και νέοι υπέθεσαν ότι ανήκουν στην προομηρική παράδοση. Θέλει προσοχή για να τα ξεχωρίσουμε.
Ο Όμηρος δεν είναι μονάχα μεγάλος ποιητής και ασύγκριτος
αφηγητής. Είναι σύγχρονα και μεγάλος ανακαινιστής των μύθων, των θρύλων και των παραδόσεων που έφτασαν μέχρις αυτόν, σαν
αντίλαλος από ένα μακρινό κόσμο του παρελθόντος.
Αυτόν τον ένδοξο και λαμπερό κόσμο του Μυκηναϊκού πολιτισμού, με τους γενναίους βασιλιάδες και τους άρχοντες θέλησε
ν’ αναστήσει ο ποιητής, παίρνοντας από την παράδοση όσα στοιχεία του χρειάζονταν, αλλοιώνοντάς τα πολλές φορές, προσθέτοντας τη δική του φαντασία και εκδοχή ή αποσιωπώντας δράσεις
και πρόσωπα αυτής της παράδοσης.
Ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης είχε κάποτε εξομολογηθεί «Ο
συγγραφέας είναι σαν ένας μικρός θεός. Κάνει τους ήρωές του ότι
θέλει. Ν’ αγαπήσουν, να μισήσουν, να κλάψουν, να γελάσουν…».
Η αλήθεια αυτή ταιριάζει γάντι στην περίπτωση του Ομήρου.
157
Έχει ειπωθεί πως η ελληνική μυθολογία αποτελεί όχι μόνο το
οπλοστάσιο της ελληνικής τέχνης, αλλά και τη βάση της. Η Αιγυπτιακή π.χ. μυθολογία ποτέ δεν θα μπορούσε να αποτελέσει τη
βάση ή το λίκνο τη ελληνικής τέχνης. Ο Ι. Βίκο υποστηρίζει ότι ο
μύθοι είναι η βασική και πιο γνήσια έκφραση των πρώτων θρη-σκευτικών παραστάσεων και είναι ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΠΙΟ ΠΑ-ΛΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΩΝ.
Το έχουμε πει πολλές φορές και ας το επαναλάβουμε και πάλι.
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι ποιητικές δημιουργίες, Βυζαίνουν
όμως ενέργεια από το μύθο και την προϊστορία και πολλές φορές
βρίσκονται στο κατώφλι της πρωτοϊστορίας. Γιατί θεωρούμε μεγάλο τον Όμηρο; Μα γιατί με το έργο του, με την ευφυΐα και το
ταλέντο του ανάστησε έναν κόσμο που προϋπήρξε της εποχής
του, με την λάμψη και τη γοητεία που την είχε περιβάλλει ο μύθος.
Μύθος και παράδοση λοιπόν. Βότσαλα και ψηφίδες ριγμένα
στ’ ακρογιάλια του Αιγαίου. Ιστορίες μικρές και μεγάλες, που άξιοι ή λιγότερο άξιοι αοιδοί και δημιουργοί προσπάθησαν να τις
γλυτώσουν από τη λήθη. Κάθε καινούργια σύνθεση δεν μένει χωρίς συνέπειες. Αν η τέχνη του ποιητή της ήταν ανώτερη από όσους προηγήθηκαν ήταν φυσικό οι αοιδοί να πάρουν την καινούργια δημιουργία και να την τραγουδήσουν σε όλες τις γωνιές
του ελληνικού κόσμου.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να προσέξετε τι γράφει σχετικά με
το παραπάνω ο Ι.Θ. Κακριδής στο βιβλίο του «Το Μήνυμα του
Ομήρου». (Και όταν μιλάμε για τον καθηγητή φιλολογίας και μέ-γιστο Έλληνα ομηρολόγο Ι. Θ. Κακριδή πρέπει να στεκόμαστε
όρθιοι με σεβασμό. Πάνω από 60 χρόνια ασχολήθηκε με τον Όμηρο. Έγραψε βιβλία, εκατοντάδες άρθρα, διαλέξεις στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Δύσης και μετάφρασε μαζί με τον Νίκο
Καζαντζάκη την Ιλιάδα και την Οδύσσεια).
158
Γράφει λοιπόν ο καθηγητής: «Και οι παλιές συνθέσεις με το ίδιο θέμα; Αυτές ήταν της μοίρας τους να μπουν στο περιθώριο
και να πέσουν στην λησμονιά. Αντίθετα με τη σημερινή πράξη, όπου και ο πιο ανάξιος στιχοπλόκος μπορεί να χαρίσει στο έργο
του την αθανασία τυπώνοντάς το. Στα παλιά εκείνα χρόνια η ποιητική δημιουργία είχε πολύ εφήμερο χαρακτήρα, εξόν αν με την
ποιότητά της κατόρθωνε να επιζήσει στο στόμα των αοιδών και
των ραψωδών. Τον ένατο αιώνα θα γίνει γνωστή η αλφαβητική
γραφή για να βοηθήσει να κρατηθεί ότι άξιζε να κρατηθεί».
Στα ύστερα γεωμετρικά χρόνια κυκλοφορούν στον ελληνικό
κόσμο πλήθος επικά τραγούδια, παλιά και νέα, έργα κάθε λογής
ποιητών με ποικίλα ηρωικά θέματα. Την Αργοναυτική εκστρατεία, τον πόλεμο των βασιλιάδων στη Θήβα, τα κατορθώματα του
Ηρακλή, τους πολέμους γύρω από το Ίλιο της Τρωάδας κλπ. Τραγούδια άλλα συντομότερα και άλλα διεξοδικότερα, άλλα μέτρια
και άλλα αξιόλογα, όλα σ’ ένα αγώνα θα λέγαμε ζωής και θανάτου, ποιο απ’ όλα θα κρατιόταν στη θύμηση των ανθρώπων και
θα κέρδιζε την αθανασία.
Και έρχεται η ευλογημένη ώρα και η Ιωνία γεννά τον Όμηρο
και ο Όμηρος γράφει την Ιλιάδα∙ και η Ιλιάδα παραμερίζει όλη
την προηγούμενη και τη σύγχρονή της επική δημιουργία τη σχετική με τον Τρωικό πόλεμο.
Παραμερίζει ως ένα βαθμό και την ετερόθεμη δημιουργία, τα
έπη δηλαδή που είχαν άλλο ηρωικό θέμα, την Αργοναυτική εκστρατεία π.χ. Την παραμερίζει καθώς με την ποιότητά της συγκε-ντρώνει το ενδιαφέρον του ελληνικού κόσμου στον τρωικό πόλεμο, πάνω απ’ όλα τα κατορθώματα της ηρωικής γενιάς των Ελλήνων. Αν όμως η ετερόθεμη επική παραγωγή παραμελήθηκε, η ο-μόθεμη ξεχάστηκε εντελώς …
Τον τρωικό πόλεμο τον βλέπουμε σήμερα, τον έβλεπαν και οι
Έλληνες των αρχαϊκών κιόλας χρόνων, με τα μάτια του Ομήρου.
Από τη δραστηριότητα των Ιώνων κληρονομήσαμε δυο μονάχα
159
έπη, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια∙ οι παλιές επιδόσεις τους έχουν
χαθεί από πολύ νωρίς και μια για πάντα. Μπροστά στα μάτια μας
υψώνεται ένα τείχος, τα δύο ομηρικά έπη που επικαλύπτουν ολόκληρη την επική παραγωγή».
Ωραίος ο μεγάλος Ι.Θ. Κακριδής. Απλός και κατανοητός. Και
το πιο σπουδαίο, βάζει τα δάχτυλα επί των τύπων των ίλων. Μας
προκαλεί να ερευνήσουμε πίσω από το τείχος. Να συμπεράνουμε, να φανταστούμε, να ξεχωρίσουμε τί από την παλιά παράδοση
κράτησε ο ποιητής, τί αγνόησε και τί άλλαξε. Και προπαντός πια
είναι η δική του επίνοια, η δική του δημιουργική προσθήκη.
Δουλειά δύσκολη. Να δοκιμάσουμε να βρούμε τι κρύβεται πί-σω από το τείχος που σήκωσε ο Όμηρος με την Ιλιάδα και την
Οδύσσεια. Να εντοπίσουμε στοιχεία της προομηρικής παράδοσης
και δημιουργίας για ν’ αποτιμήσουμε ύστερα τον ποιητή. Οι πληροφορίες για τον χαμένο επικό κύκλο και την παράδοση είναι λίγες, αποσπασματικές ή υπονοούμενες σε ψήγματα συγγραφέων
της αρχαιότητας.
Ποιοι λοιπόν, ήταν οι νεοτερισμοί του Ομήρου; Γιατί θεωρείται ότι είναι ο μεγάλος ανακαινιστής των μύθων και των παραδόσεων που έφτασαν μέχρις αυτόν; Μα πρώτα-πρώτα το ανήκουστο
μέχρι τότε. Να αναγνωρίζει αρετές στον αντίπαλο, στον εχθρό.
Αρετές γενναιότητας στο πεδίο της μάχης, σωφροσύνης εκτός
πολέμου. Και αυτό, σίγουρα, για να δώσει μεγαλύτερη αξία στην
τελική νίκη των Αχαιών. Δεύτερο. Όλοι οι προηγούμενοι, όλοι
όσοι ασχολήθηκαν με τα τρωικά, από πατριωτική θα λέγαμε διάθεση, είχαν σαν δεδομένο ότι οι Αχαιοί προχωρούν από νίκη σε
νίκη ως την τελική πτώση του κάστρου της Τροίας.
Αυτό όμως κατά την αντίληψη του Ομήρου δεν μπορούσε να
προσφέρει κανενός είδους δραματική ένταση στο έπος. Για το λό-γο αυτό επινόησε την προσωρινή αποχώρηση από τις μάχες του
Αχιλλέα με αφορμή τη σύγκρουση με τον Αγαμέμνονα και πρό-σκαιρη νίκη των Τρώων.
160
Το θέμα της οργής του Αχιλλέα στο δέκατο έτος της εκστρατείας δείχνει δεμένο με την παράδοση του τρωικού πολέμου. Η
μήνις του ήρωα αποτελεί τον πυρήνα της Ιλιάδας, που γύρω του
πλέκεται όλος ο μύθος και η δράση του κειμένου. Το γεγονός αυ-τό οδήγησε στα περασμένα χρόνια στο συμπέρασμα πως εδώ βρίσκεται ο σπόρος της αρχικής δημιουργίας, ότι δηλαδή η Ιλιάδα
ξεκίνησε από ένα σύντομο αρχικά έπος με αποκλειστικό θέμα την
οργή του Αχιλλέα.
Ο Κακριδής έχει τη γνώμη πως η μήνιδα αποτελεί πράγματι το
κέντρο της Ιλιαδικής δράσης, το συμπέρασμα όμως για την πα-λαιότητα του θέματος του θυμού είναι κατά τη γνώμη του σφαλε-ρό. Πιστεύει πως η μήνιδα ανήκει στο νεότατο στρώμα του μύθου
και πιο καθαρά, πως έχουμε να κάνουμε με νεωτερισμό του ίδιου
του Ομήρου. Η προ-ομηρική παράδοση την αγνοούσε.
Σ’ ένα παλιό έπος τα «Κύπρια», στο απόσπασμα 34 που διασώθηκε, αναφέρεται μια σφοδρή φιλονικία του Αχιλλέα με τον
Αγαμέμνονα και τον Οδυσσέα στην αρχή της εκστρατείας, στην
Τένεδο, πριν αρχίσει η πολιορκία της Τροίας. Και είναι ο Όμηρος
που μετατόπισε το θέμα της φιλονικίας από την αρχή τη εκστρατείας στο τέλος του δέκατου χρόνου και της έδωσε τόσο βάρος.
Ο ίδιος ο καθηγητής υποστηρίζει πως η ανανεωτική τάση του
Ομήρου βρήκε την έκφρασή της στη μεταβολή της δράσης και
της συμπεριφοράς δύο κατά κύριο λόγο ηρωικών προσώπων από
την πλευρά των Αχαιών, του Αχιλλέα και της Ελένης, και του Έκτορα από την πλευρά των Τρώων. Εγώ θα συμπλήρωνα και του
Οδυσσέα και του Αγαμέμνονα. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί. Ποιός ήταν ο στόχος του Ομήρου με τους νεοτερισμούς του, την αλλαγή δηλαδή δράσης και προσωπικότητας των βασικών του
ηρώων; Μα είναι φανερό. Ήθελε να τους απαλλάξει από τα ανο-μήματα που τους είχε επισυνάψει η παράδοση, να τους εξαγνίσει
και να τους κάνει πρότυπα. Και το κατόρθωσε, Τα ονόματά τους
161
έγιναν αθάνατα όχι μονάχα στον ελληνικό κόσμο μα στον πλανήτη ολόκληρο.
Ας ξεκινήσουμε φωτίζοντας όσο γίνεται τα πρόσωπα των πέντε
πρωταγωνιστών αρχίζοντας από τον Αγαμέμνονα που η περίπτωσή του είναι πιο απλή. Τί σκιά βάραινε τη ζωή του βασιλιά – αρ-χιστράτηγου; Μια βαριά κι ασήκωτη. Άκουσε την προφητεία του
μάντη Κάλχα πως για ν’ αποπλεύσει ο στόλος των Αχαιών από
την Αυλίδα όπου είχε ακινητοποιηθεί λόγω άπνοιας, έπρεπε να
θυσιάσει την κόρη του Ιφιγένεια. Δέχτηκε το χρησμό να σφάξουν
το κορίτσι του στο βωμό της Αρτέμιδας. Ευτυχώς η θεά την πήρε
μ’ ένα σύννεφο και στη θέση της άφησε ένα ελάφι. Το γεγονός
αυτό δε το τονίζει ο ποιητής.
Στην αρχή της Ιλιάδας ο Αγαμέμνονας είναι σκληρός και αντι-παθής. Βρίζει τον Χρύση που ζητάει να πάρει με ξαγορά πίσω την
κόρη του τη Χρυσηίδα που την κρατά αιχμάλωτη. Κακομιλάει
στον μάντη Κάλχα και φέρεται σκαιά στον Αχιλλέα. Στη συνέχεια
ο Όμηρος τον παρουσιάζει διαλλακτικό, γενναίο στις μάχες όπου
αριστεύει και στη θωριά του θεϊκό και μεγαλόπρεπο.
«… κι ο Αγαμέμνονας στη μέση ο πρωταφέντης
ίδιος ο Δίας ο κεραυνόχαρος στην κεφαλή, στα μάτια·
στο στήθος Ποσειδώνας έμοιαζε, στη μέση σαν τον Άρη».
Στο τέλος ο Όμηρος δίνει άφεση αμαρτιών και εξαγνισμό στο
βασιλιά κι αρχιστράτηγο των Αχαιών, όταν τον βάζει ν’ απολογη-θεί στην Ιλιάδα (Τ 78-144). Στους στίχους αυτούς λέει (σ’ ελεύθερη μετάφραση) τα εξής συνοπτικά: «Παραδέχομαι ότι άρπαξα
από τον Αχιλλέα την Βρισηίδα που ήταν το γέρας του, αλλά στην
πραγματικότητα δεν είναι δικό μου το φταίξιμο. Ο Δίας μου πήρε
το μυαλό».
Αν πιστέψουμε στην παράδοση φαίνεται πως για πολλούς δεν
ήταν εθελοντική η συμμετοχή στην εκστρατεία ενάντια στην
Τροία. Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκαταλέγονται και τα ονόματα δύο
πρωταγωνιστών του μύθου. Του Οδυσσέα και του Αχιλλέα. Ο
162
πρώτος κάνει τον τρελό στην Ιθάκη για ν’ αποφύγει τη στράτευση
και τον ξεμπροστιάζει ο Παλαμήδης και ο δεύτερος ντύνεται με
γυναικεία ρούχα και κρύβεται ανάμεσα στις παρθένες στη νήσο
Σκύρο για τον ίδιο λόγο και τον αποκαλύπτει ο Οδυσσέας.
Στην Ιλιάδα ο Οδυσσέας είναι κατακριτέος σε ένα μόνο επεισόδιο. Στη σκαιά συμπεριφορά του απέναντι στον κακόμοιρο τον
Θερσίτη που τόλμησε ν’ αντιμιλήσει στον Αγαμέμνονα.
Η παράδοση όμως τον φορτώνει μ’ ένα ασυγχώρητο ατόπημα.
Κατηγόρησε άδικα τον ήρωα Παλαμήδη για κατάσκοπο και όργανο του εχθρού για να τον εκτελέσουν οι Αχαιοί με λιθοβολισμό.
Ποιος ήταν ο Παλαμήδης; Μια από τις πιο μεγάλες μορφές του
αχαϊκού στρατού στον πόλεμο της Τροίας.
Ήταν γενναίος, έξυπνος, πρόθυμος σε κάθε ανάγκη. Όλοι οι
πολεμιστές τον τιμούσαν και μόνο ένας τον μισούσε θανάσιμα. Ο
Οδυσσέας. Του κρατούσε κακία γιατί τον αποκάλυψε στην Ιθάκη
όταν καμώθηκε τον τρελό. Ίσως ζήλεψε και το γεγονός πως τον
τιμούσε όλος ο στρατός. Αυτό ο Όμηρος το αντιπαρέρχεται, γιατί, όπως είπαμε, ο ποιητής θέλει τους ήρωές του καθαρούς από ανο-μήματα.
Διαβάζοντας την Ιλιάδα δεν βρίσκουμε ούτε τον απόηχο από
μια τόσο συγκλονιστική ιστορία. Δεν μνημονεύεται ούτε σ’ ένα
στίχο το όνομα του Παλαμήδη. Ο Κάρλ Ροντέρτ δικαιολογεί τη
σιωπή του Ομήρου. Ισχυρίζεται ότι ούτε ο ήρωας ούτε τα πάθη
του ήταν γνωστά στον ποιητή, γιατί ο μύθος αυτός πλάστηκε αργότερα.
Ο Φιλόστρατος που πρώτος ανάφερε την ιστορία αυτή, λέει
πως πιθανόν ο Όμηρος να την ήξερε, αλλά παραμέρισε το γεγονός σκόπιμα γιατί ήθελε στο έργο του ο Οδυσσέας να είναι καθαρός, για να τον προβάλει σαν πρότυπο.
Ο ίδιος συγγραφέας, ο Φιλόστρατος, λέει πως ο ποιητής αγνόησε και τη γυναίκα του Τήλεφου, του βασιλιά της Μυσίας, για το
χατίρι της Ελένης. Λέει πως η βασίλισσα της Μυσίας ξεπερνούσε
163
σε ομορφιά την Ελένη, όσο η Ελένη ξεπερνούσε σε ομορφιά όλες
τις Τρωαδίτισσες. Επί πλέον είχε πολεμήσει μαζί με άλλες γυναίκες της χώρας δίπλα στους άνδρες και σκοτώθηκε τη μέρα που οι
Αχαιοί είχαν επιτεθεί στη Μυσία. Αυτή η επίθεση δεν αναφέρεται
στην Ιλιάδα.
Μα το ξαναείπαμε. Ο συγγραφέας είναι ένας μικρός θεός. Α-νασταίνει ή εξαφανίζει τους ήρωές του. Τους ανεβάζει στη φωτι-σμένη σκηνή ή τους κρατά στον ίσκιο. Έτσι μειώθηκε η δόξα του
Αινεία για χάρη του Έκτορα και η δόξα του Αντίοχου, του γιου
του Νέστορα, για το χατίρι του Πάτροκλου.
Έχουμε και την ιδιότυπη περίπτωση του Θερσίτη στη ραψωδία
Β της Ιλιάδας. Του ταπεινού πολεμιστή που αντιμίλησε στον Αγαμέμνονα και περιγράφεται με ταπεινωτικά σχόλια στο κείμενο.
Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Υπάρχει από τον ποιητή άλλου είδους σκοπιμότητα. Θ’ αναφερθούμε γι’ αυτό σε ξεχωριστό
κεφάλαιο.
Σε αντίθεση με τον Οδυσσέα ο Όμηρος δεν κρύβει την απρεπή
συμπεριφορά του Αχιλλέα στην Ιλιάδα μέχρι την τελευταία ραψωδία, λίγο προτού πέσει η αυλαία. Τι είναι μέχρι τότε ο Αχιλλέας; Μια μηχανή θανάτου. Ένας Ράντοκοπ. Ένας κυκλοθυμικός
ήρωας που ξέρει να σκοτώνει δίχως έλεος. Φιλονικεί με τον Αρχιστράτηγο βασιλιά Αγαμέμνονα (ο ίδιος δεν είναι) γιατί κακώς
του πήρε μια σκλάβα. Είναι έτοιμος να τραβήξει το σπαθί του και
να σκοτώσει τον αρχηγό αλλά του πιάνει το χέρι η Αθηνά. Εξάλλου υπήρχε ένας κώδικας συμπεριφοράς μέσα στο στρατόπεδο
των Ελλήνων. Ο Σάντσεζ Γιανκόφσκι, που μελέτησε τη συμπεριφορά των πολεμιστών σε πλείστες εκστρατείες, υποστηρίζει πως
δεν επιτρεπόταν η συμπλοκή με όπλα μεταξύ των στρατιωτών.
Ήταν άγραφος νόμος.
Αποσύρει τους στρατιώτες του από τον πόλεμο και παρακαλά-ει τη μητέρα του, τη θεά Θέτιδα να πείσει τον Δία για να χάσουν
164
οι Αχαιοί τον πόλεμο. Κάνει επιδρομές στις γύρω από την Τροία
πόλεις και πουλάει τους αιχμαλώτους στα νησιά.
Η Ιλιάδα αρχίζει με μια λέξη βαρυσήμαντη, πολυσήμαντη, μια
λέξη κοφτερή σαν σπαθί και πικρή σαν δηλητήριο. «Μήνιν άοιδε
θεά». Μήνις. Στη σύγχρονή μας γλώσσα ερμηνεύεται σαν άγριος
θυμός, οργή, πάθος, παραφορά, μίσος, τρέλα, εκδίκηση, μανία, λύσσα. Από αυτά τα αισθήματα κυριαρχείται ο Αχιλλέας μετά τη
φιλονικία του με τον Αγαμέμνονα. Η θιγήσα τιμή.
Πολλοί δεν μπορούν να καταλάβουν τον υπερβολικό θυμό του
Αχιλλέα για την απώλεια μιας σκλάβας, όπως είναι η Βρισηίδα.
Του την παίρνει ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνων σε αντικατάσταση
της Χρυσηίδας, που με παρότρυνση του Αχιλλέα η συνέλευση του
στρατού αποφάσισε να επιστρέψει στον ιερέα πατέρα της. Μπορεί
να ήταν μια αντίδραση εκδίκησης του Αγαμέμνονα για τη στάση
του Αχιλλέα στη συνέλευση.
Μερικοί ισχυρίζονται ότι η μήνις, η μέχρι παραφοράς οργή του
Αχιλλέα δεν είναι δικαιολογημένη. Να πικραθεί για τη στάση του
αρχηγού, ναι. Να στεναχωρηθεί, να λυπηθεί, ναι. Όχι όμως να
πιάσει τη λαβή του σπαθιού του για να σκοτώσει τον αρχηγό, πράγμα που εμπόδισε η θεά Αθηνά, τραβώντας τον από τα μαλλιά. Στην Ιλιάδα δηλώνεται πως είχε πολλές σκλάβες στο καλύβι
του. Αιχμάλωτες από επιδρομές σε πολλές πόλεις της Τρωάδας.
Εξάλλου ο Όμηρος δεν αφήνει το παραμικρό υπονοούμενο για
κάποια ερωτική ή συναισθηματική σχέση του Αχιλλέα με τη
σκλάβα Βρισηίδα.
Η έριδα γίνεται αγεφύρωτη, γιατί ο Αχιλλέας νοιώθει πως θίγε-ται η τιμή του. Αποσύρεται με τους Μυρμιδόνες του από τον πόλεμο και το θολωμένο του μυαλό τον οδηγεί στην «ύβρη», που
μεταξύ άλλων σημαίνει απρέπεια. Παρακαλεί τη μητέρα του, τη
θεά Θέτιδα να πείσει τον Δία να δώσει τη νίκη στους Τρώες. Υπερβολή. Απώλεια ψυχραιμίας. Ενέργεια μη αποδεκτή.
165
Εδώ υπάρχει και μια λεπτομέρεια που περνάει απαρατήρητη. Η
υλική αξία μιας γυναίκας αιχμάλωτης. Μικρής ή μεγάλης. Η αξία
της ιδιοκτησίας παίζει το ρόλο της. Η αιχμάλωτη μπορεί να που-ληθεί, να ανταλλαγεί, ή να προσφέρει δουλειά στον ιδιοκτήτη της.
Ο Αχιλλέας δεν περιφρονεί την περιουσία σαν ένας ρομαντικός
ήρωας μυθιστορήματος. Μια τέτοια σκέψη είναι τελείως ξένη
στους αρχαίους ήρωες. Ο πολεμιστής της εποχής εκείνης (και όχι
μόνο) έχει πάντα το νου του στη λεία. Στο μερίδιο από τα λάφυρα
του πολέμου, που μετριέται με την τιμή του καθενός.
Στην προομηρική παράδοση ο Αχιλλέας ήταν για την παλληκαριά του ο πρώτος των Αχαιών. Σκότωνε τους πιο πολλούς Τρώες. Είναι κι αυτός θύμα της ηρωιστικής ιδεολογίας. Μου θυμίζει
έναν στρατιώτη στην πολιορκία του Στάλινγκραντ, στον δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο. Αν με βοηθάει η μνήμη μου λεγόταν Βασίλη
Ζάιτσεφ. Ήταν ελεύθερος σκοπευτής. Τιμήθηκε σαν ήρωας στη
Σοβιετική Ένωση, γιατί είχε πάνω από διακόσιες σαράντα επιτυ-χημένες σκοπεύσεις. Σκότωσε δηλαδή πάνω από διακόσιους γερ-μανούς στρατιώτες.
Στην Ιλιάδα ο Αχιλλέας έλαμπε καταστροφικά εντυπωσιακός.
Ήταν ένα φλεγόμενο άστρο, μια φωτιά που σάρωνε το δάσος.
Όπως γράφει ένας ξένος συγγραφέας «είναι καρφωμένος στην
οργή, στην ανάγκη να εκπληρώσει το πεπρωμένο του, αμετακίνη-τος στο να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο του Πάτροκλου».
Για δεκαεφτά ραψωδίες είναι άφαντος από τις μάχες και όταν
ακόμα ο Αγαμέμνονας του στέλνει πρεσβεία τον Οδυσσέα, τον
Αίαντα και τον παλιό του δάσκαλο τον Φοίνικα και του ζητάει να
γυρίσει στον πόλεμο επιστρέφοντάς του τη Βρισηίδα και πρόθυμος ακόμη να του δώσει την κόρη για γυναίκα, αυτός αρνείται
πεισματικά. Έπρεπε να σκοτωθεί ο αδελφικός του φίλος Πάτροκλος για να γυρίσει στη μάχη για να πάρει εκδίκηση. Ίσως νοιώθει και κάποια ενοχή για το θάνατο του Πάτροκλου.
166
Μπαίνει στη μάχη σαν άγριος σίφουνας με μάτια που πετούν
φωτιές, με αφρούς να τρέχουν απ’ το στόμα του. Σκοτώνει, σκοτώνει, σκοτώνει. Δίχως διάκριση, δίχως οίκτο. Και όταν ένας χτυ-πημένος Τρώας τον εκλιπαρεί να δώσει το σώμα του στους δικούς
του για να το θάψουν, τον βρίζει με σκαιό τρόπο. Κυνηγάει και
σκοτώνει τον Έκτορα. Τον σέρνει στα χώματα δεμένο πίσω από
το άρμα του. Τον αφήνει άταφο επί ένδεκα ημέρες.
(Στην «Αιθιοπίδα» παράγρ. 54 λέγεται πως στο θυμό του σκότωσε τον Θερσίτη. Ο φόνος αυτός προκάλεσε μεγάλη αναταραχή
στο στρατόπεδο των Αχαιών και με παρότρυνση του Οδυσσέα
πήγε στη Λέσβο κι έκανε θυσία στους θεούς για να καθαρθεί).
Στους στίχους που ακολουθούν ο Όμηρος αποδεικνύεται μέγι-στος δραματουργός. Τα πάντα σχετικά με την οργή του Αχιλλέα
γίνονται τα πάνω κάτω. Ξαφνικά γίνεται το μεγάλο θαύμα. Αυτό
το ανήμερο θηρίο, αυτός ο ανεύσπλαγχνος εκδικητής, όταν έρχεται στη σκηνή του ο Πρίαμος και τον εκλιπαρεί γονατιστός να
πάρει το σώμα του γιού του και να το κηδέψει με τιμές, γίνεται
άνθρωπος.
Ο μεγάλος Όμηρος δε θέλει να τον αφήσει αδικαίωτο. Σ’ αυτόν
οφείλει τη λάμψη και την αθανασία του ο Αχιλλέας. Αυτός που
πάντα αγαπούσε τη δόξα πεθαίνει στη μάχη. Γι’ αυτόν ο χρόνος
νικήθηκε. Σε όλους τους τόπους του ελληνικού κόσμου οι αοιδοί
θα τραγουδούν τ’ όνομά του. Μέχρι το τέλος του χρόνου, μέχρι
την αιωνιότητα.
Για την Ελένη και τον Έκτορα, δυο από τα κεντρικά πρόσωπα
της Ιλιάδας, διαβάζαμε τι γράφει ο αγαπημένος μας Ι.Θ. Κακριδής. «Η Ελένη. Το δίχως άλλο, μια από τις πιο ολοκληρωμένες
μορφές της Ιλιάδας, κι ας παρουσιάζεται σε τρεις μόνο ραψωδίες
της. Μια που είναι η αιτία του πολέμου, μαζί και το έπαθλό του, δεν μπορεί να μην κρατεί κεντρική θέση στο μύθο.
Αν με τη φαντασία μας αναπαραστήσουμε την εικόνα του πο-λιορκημένου κάστρου, η Ελένη θα βρεθεί στο κέντρο της, τριγυ-167
ρισμένη από τρεις απανωτούς, όλο και πιο μεγάλους κύκλους.
Ζωσμένη πρώτα από τη βασιλική οικογένεια της Τροίας μέσα στο
παλάτι, λίγο πιο έξω από το λαό των πολιορκημένων Τρώων, και
ακόμα πιο έξω, από τον όγκο του στρατού των πολιορκητών Αχαιών.
Η Ελένη η μετανιωμένη για το παλιό της παραστράτημα. Η χι-λιοκατηγορημένη, που η καταλαλιά του κόσμου τη συνοδεύει μέ-σα στους αιώνες, που ακόμα και σήμερα ακούει να τη χαρακτηρί-ζουν ακόλαστη, εγωκεντρική, δόλια, γόησσα, ξελογιάστρα. Και
όμως στην Ιλιάδα πώς η ντροπιασμένη αυτή γυναίκα προκαλεί το
σεβασμό όλων των Τρώων και των Αχαιών κι ας εξακολουθεί να
ζει στην παρανομία κι ας σκοτώνονται εκείνοι για το χατίρι της…
Από την παλιά παράδοση η Ελένη της Ιλιάδας έχει κληρονομήσει την άφατη ομορφιά της … Η Ελένη της Ιλιάδας έχει ωστόσο ξεπεράσει το στάδιο της γυναίκας που για μόνη της αρετή έχει
τη μεγάλη ομορφιά. Ο Όμηρος την προικίζει τώρα και μ’ ένα
πλούσιο ψυχισμό. Τώρα είναι το μέσα πλούτος που καθορίζει τη
γοητεία της.
Μπροστά μας στέκει μια γυναίκα με έντονη προσωπικότητα, με αίσθηση ευθύνης με αρχοντιά, με αξιοπρέπεια, με διάκριση, με
εξυπνάδα. Κάθε φορά που βλέπουμε ή ακούμε αυτή την Ελλήνισ-σα ανάμεσα στους Τρώες, είτε να υφαίνει στο σπίτι της και μέσα
στο υφαντό της να ξομπλιάζει τους άθλους των αντρών που πολε-μούσαν απ’ αφορμή της είτε να ανεβαίνει στον πύργο και μιλώντας στον Πρίαμο να καταριέται την ώρα και τη στιγμή που την
ξελόγιασε ο Πάρης και η Αφροδίτη. Κλαίει και στοχάζεται μπροστά στον Έκτορα την παράξενη μοίρα που της έγραφε ο Δίας: Να
γίνει μαζί με τον εραστή της τραγούδι στις μελλούμενες γενιές.
«Άχαρη μοίρα ο Δίας μας έγραψε, χιλιοτραγουδισμένο
μέσ’ τους ανθρώπους τους μελλούμενος να ζήσει τ’ όνομά μας»
(ραψ. Ζ΄ 357κ).
168
Στην τελευταία ραψωδία μοιρολογεί τον κουνιάδο της και μαζί
κλαίει για τη δικιά της ερημιά, τώρα που χάθηκε εκείνος που με
την αδερφική του αγάπη την στήριξε μέσα σ’ έναν κόσμο που την
αντιπαθούσε. Κάθε φορά που η Ελένη προβάλλει στην Ιλιάδα, έχουμε το αίσθημα πως το φως της σκηνής δυναμώνει.
«Είναι κι αυτή η Ελένη, που όπου φανερώνεται, γεμίζει ο κόσμος μελωδία» μου έγραψε ένας φίλος μόλις είχε σηκώσει το κεφάλι από το αθάνατο κείμενο.
Είναι αλήθεια δύσκολο να φανταστούμε σήμερα μιαν Ελένη
χωρίς αυτό το μέσα πλούτος, καλό όμως είναι να μην ξεχνούμε
πως; αυτό το πλούτος η Ελένη το χρωστάει στον Όμηρο. Ως την
ώρα που ο ποιητής μας την ανάστησε στην Ιλιάδα, η Ελένη δεν
δείχνει να ήταν παρά μια όμορφη δίχως ψυχή κούκλα».
Ο ίδιος λέει παρακάτω ότι πρέπει να διορθώσουμε ένα λάθος
που κάνουμε. Μιλούμε για την Ελένη σαν να είχαμε να κάνουμε
μ’ ένα πραγματικό πρόσωπο που περπάτησε, πάνω στη γη αυτή.
Λησμονούμε πως η Ελένη είναι ποιητικό πρόσωπο, παραδομένο
στα χέρια του Ομήρου, να το μεταπλάσει όπως θέλει και να κα-τευθύνει τα έργα και τα λόγια του σύμφωνα με τις απαιτήσεις του
ποιητικού σχεδίου.
Η Ελένη προφητεύει πως αυτή και ο Πάρης θα γίνουν αοίδιμοι
στις ερχόμενες γενεές των ανθρώπων και η προφητεία της βγαίνει
αληθινή. Η ιστορία του παράνομου ζευγαριού θα γίνει πραγματικά τραγούδι από τον Όμηρο, που θα κάνει την ιστορία της αθάνατη μέσα στους αιώνες.
Ας διαβάσουμε τι γράφει για τον ήρωα των Τρώων: «Άλλη μεγάλη σύλληψη του Ομήρου στην Ιλιάδα είναι ο Έκτορας. Για τη
δράση του στην προομηρική παράδοση δεν έχουμε καμιά πληροφορία. Είναι πιθανό ο όνομά του να βρισκόταν σε κάποιον κατάλογο των πενήντα γιών του Πριάμου. Τίποτε περισσότερο όμως, γιατί όλα δείχνουν πως είναι ο Όμηρος που πρώτος ύψωσε τον
Έκτορα σε αρχηγό του Τρωικού στρατού και στον πιο αντρειωμέ-169
νο από τους συντοπίτες του και τους συμμάχους του. Μια ηρωική
μορφή που προστατεύει την Τροία.
Κυριαρχεί από την αρχή ως το τέλος της Ιλιάδας, ακόμα και
όταν απουσιάζει από τη σκηνή, ακόμα και όταν είναι νεκρός. Μια
μορφή τραγική, που πολεμάει με την επίγνωση πως ο αγώνας του
είναι μάταιος. (Ζ 447κ) και όχι μόνο αυτό. Δίπλα στο φοβερό πολεμιστή βλέπουμε τον γιο, τον αδερφό, τον κουνιάδο και πάνω
απ’ όλα τον σύζυγο και τον πατέρα. Δίχως αμφιβολία, ο Έκτορας
είναι η πιο ολοκληρωμένη αντρίκεια μορφή της Ιλιάδας».
Είχε δίκαιο ο Καζαντζάκης που έλεγε ότι ο συγγραφέας είναι
σαν ένας μικρός θεός. Κάνει τους ήρωές του ότι θέλει.
170