ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ by ΤΑΣΟΣ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΓΛΟΥ - HTML preview

PLEASE NOTE: This is an HTML preview only and some elements such as links or page numbers may be incorrect.
Download the book in PDF, ePub, Kindle for a complete version.

ΟΙ ΠΑΡΟΜΟΙΩΣΕΙΣ

ίναι σίγουρο, πως πολύ πριν από την τελική διαμόρφωση

Ετω ν Ομηρικών ποιημάτων, είχε πάρει οριστική μορφή ο

επικός στίχος. Κοντά σ’ αυτό ένα σύνολο εκφραστικών μέσων, όπως είναι τα επίθετα, οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις και οι τακτικές επαναλήψεις ορισμένων στίχων. Είχε προϋπάρξει, θα λέγαμε ένα ορισμένο τυπικό στο επικό ύφος.

Το έχουμε τονίσει πολλές φορές, πως στη ζωή δεν υπάρχει

παρθενογένεση. Ο Όμηρος ακουμπάει στην πριν από αυτόν λαϊκή

παράδοση, αλλά δε μένει εκεί. Περνάει δημιουργικά από το εργαστήρι του μυαλού του όλο το προϋπάρχων υλικό, το μεταπλά-θει, το πλουτίζει, το υποτάσσει προσεχτικά σε’ ένα μελετημένο

καλλιτεχνικό σχέδιο.

Δεν υπάρχει σήμερα καμιά αμφιβολία, πως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι δημιουργήματα ενός μεγάλου ποιητή, που δεν του

λείπει η πρωτοτυπία, η ποιητική ατομικότητα και εν μέρει η προσωπική του κοσμοθεωρία. Για ποια λαϊκή τέχνη μιλάνε όλοι, σχετικοί και άσχετοι, όταν βλέπουν πως τα έπη αυτά είναι διαποτι-σμένα από συνειδητή τέχνη; Η τελειότητα των ποιημάτων αυτών

έκανε τον αρχαίο κόσμο να πιστεύει ότι όλος ο επικός κύκλος ήταν δημιουργίες του Ομήρου.

Οι αρχαίοι σχολιαστές του Ομήρου προσπαθούσαν να διακρί-νουν στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια στερεότυπες παρομοιώσεις

που χρησιμοποίησε η λαϊκή παράδοση νωρίτερα. Όμως ο ποιητής

αποφεύγει τις τετριμμένες εκφράσεις, επινοώντας καταπληκτικής

καθαρότητας εικόνες από τη φυσική ζωή και τον κόσμο που μας

περιβάλλει.

Στον πρώτο τόμο της «Ιστορίας της Ελληνικής Λογοτεχνίας»

της Ακαδημίας Επιστημών της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ και στη σελ 147

219

διαβάζουμε: «Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ομηρικές

παρομοιώσεις, που συχνά, μέσα στην αφήγηση, αποκτούν μια αποκλειστικά δική τους αυθυπαρξία. Πρόκειται για πλατιές ή σύντομες, αλλά πάντα ολοκληρωμένες εικόνες, που μοιάζουν με μικρά αυτοτελή ποιήματα. Μεταφέρουν παντοδύναμα τον ακροατή

σε άλλες σφαίρες. Τον ποτίζουν με καινούργιες σκέψεις και αφού

τον δροσίσουν, τον φέρνουν και πάλι στην καθαυτό αφήγηση.

Οι παρομοιώσεις, πάντα σχεδόν, εξαντλούν το περιεχόμενο της

καινούργιας εικόνας. Ο ποιητής εξασφαλίζει έτσι τη δυνατότητα

να επηρεάσει άμεσα τον ακροατή (Λέμε ακροατή γιατί η ποίηση

τα χρόνια εκείνα του αναλφαβητισμού ήταν ακουστική). Παράλληλα με τη βασική αφήγηση, του προσφέρει μικρές αλλά λαμπρές

εικόνες, κάνοντας έτσι πιο έντονη την αίσθηση του καταπληκτι-κού πλούτου και της ομορφιάς των παραστατικών μέσων. Αυτές

οι παρομοιώσεις διακόπτουν τη μονοτονία της αφήγησης, ιδιαίτερα των πολεμικών σκηνών».

Σε ορισμένα σημεία βρίσκουμε σκόπιμη συσσώρευση παρομοιώσεων. Ο σκοπός αυτής της συσσώρευσης είναι φανερός: Κά-θε παρομοίωση υποχρεώνει τον ακροατή σε μια διακοπή και επομένως ενεργεί επιβραδυντικά. Η συσσώρευση παρομοιώσεων

χρησιμεύει για να παρουσιάζει τη δράση μακρότερη. Εκεί όπου

δεν επαρκούν τα παραστατικά μέσα και η περιγραφή θα μπορούσε να γίνει κουραστική.

Έτσι, περιγράφοντας ο Όμηρος τη μάχη για το πτώμα του Πάτροκλου, στο σημείο που ο Μενέλαος και ο Μηριόνης μεταφέρουν το νεκρό και οι δύο Αίαντες απωθούν τους επιτιθέμενους

Τρώες, ο ποιητής συσσωρεύει τέσσερις παρομοιώσεις: το κάψιμο

μιας πόλης, τα μουλάρια που κουβαλούν ξύλα από ένα κακοτράχαλο μονοπάτι, τη δασωμένη πλαγιά, που συγκρατεί το νερό, το

σμήνος των μικρών πουλιών μπροστά στο γεράκι.

Πώς μπορούσε να περιγραφεί πιο ζωντανά και παραστατικά η

μάχη; Οι εικόνες των παρομοιώσεων είναι γνωστές στο κοινό, 220

καθώς αντιγράφουν, κατά κάποιο τρόπο, τη δράση της ζωής μέσα

στη φύση. Διαβάστε την περιγραφή:

«Έτσι έφερναν αυτοί απ’ τον πόλεμο με κόπο το κουφάρι, στα βαθουλά τραβώντας άρμενα· κι ο πόλεμος ξεσπούσε

πάνω τους άγριος, ίδιος σύφλογο σε πολιτεία, που ξάφνου

ψηλά πετάγεται φουντώνοντας, σωριάζουνται τα σπίτια

με αναλαμπή τρανή, κι απάνω της σφυρίζει η ορμή του ανέμου·

όμοια και κείνους, όπως μάκραιναν, τους έπαιρνε από πίσω

αλάγιαστη η βουή απ’ τ’αλόγατα κι από των Τρώων τ’ασκέρι.

Μ’ αυτοί, ως μουλάρια που αρματώθηκαν με αλύγιστο κουράγιο

κι απ’ το βουνό δοκάρι ή γι’ άρμενο μαδέρι κατεβάζουν

σε μονοπάτι κακοτράχαλο, και κόβεται η καρδιά τους

απ’ τον ιδρώτα κι απ’ τον κάματο, καθώς τραβούν με βιάση·

όμοια κι αυτοί μοχτώντας σήκωναν στους ώμους το κουφάρι.

κι οι δυο κρατούσαν Αίαντες πίσω τους. Πως του νερού τη φόρα

κρατάει δασοπλαγιά που απλώνεται στον κάμπο πέρα ως πέρα, κι ως και τρανά ποτάμια φράζοντας το δρόμο τους αλλάζει, και ρίχνει τ’ άγρια, πολυσάλευτα νερά τους μες στον κάμπο, κι ουδέ μπορούν, με φόρα ως χύνουνται, καθόλου να τη σπάσουν·

όμοια κι οι δυο αντισκόβαν Αίαντες των Τρώων τη φόρα πάντα.

Μα τούτοι τρέχαν από πίσω τους, και πιο περίσσια απ’ όλους, ο μέγας φουμισμένος Έχτορας κι ο γιος του Αγχίση Αινείας.

Κι αυτοί, καθώς ψαρόνια σύγνεφο πετούν για καλιακούδες, κι όλα μαζί στρηνιάζουν βλέποντας από μακριά να φτάνει

κάποιο γεράκι που το θάνατο στα μικροπούλια φέρνει·

όμοια κι οι Αργίτες μπρος στον Έχτορα και στον Αινεία σκορπού-σαν

στρηνιάζοντας, και πια είχαν όλοι τους τον πόλεμο ξεχάσει».

Αντίθετα από τον κόσμο της κύριας αφήγησης οι παρομοιώσεις σχηματίζουν μια εικόνα του έξω κόσμου. Ενός κόσμου που

αχνολάμπει στη μνήμη, που υπάρχει μακριά από τα φριχτά πεδία

των μαχών. Η φύση με τη χλωρίδα και την πανίδα της, η καθημε-221

ρινή ειρηνική ζωή με τα μικρά ή μεγάλα της προβλήματα. Αυτός

ο παράλληλος κόσμος των παρομοιώσεων δεν είναι βέβαια πάντα

ιδανικός. Είναι όμως μακριά από τη σκληρή πολεμική αναμέτρηση. Τις ομηρικές παρομοιώσεις τις συναντούμε πολύ συχνότερα

στις λεγόμενες «σκηνές μάχης». Τέτοιες παρομοιώσεις βρίσκουμε

στα έπη γύρω στις 164 και σαράντα περίπου άλλες. Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις πολλοί διατύπωσαν τη γνώμη ότι, οι παρομοιώσεις χρειάζονται για να σπάνε τη μονοτονία. Ναι, και αυτό.

Κύρια όμως σαν αντίθεση στη βαρβαρότητα του πολέμου.

Ο ποιητής ψυχανεμίζεται μια αντιστροφή: Ο εικονικός κόσμος

των παρομοιώσεων, ένας κόσμος που ζει παράλληλα και θα εξα-κολουθήσει να υπάρχει και όταν καταλαγιάσει η βία, να γίνει το

ζητούμενο.

Στο κεφάλαιο για την τυφλότητα του Ομήρου παραθέσαμε ενδεικτικά, ορισμένους στίχους από την Ιλιάδα για να στηρίξουμε

την άποψη ότι ο ποιητής δεν ήταν δυνατόν να γεννήθηκε τυφλός.

Δε θα μπορούσε να έχει γνώση τόσων λεπτομερειών της ζωής και

της φύσης. Πιστεύω ότι και οι παρομοιώσεις που θα παραθέσουμε

θα ενισχύσουν, εκτός των άλλων, την αρχική μας άποψη.

Εκείνο που από την πρώτη ανάγνωση κάνει εντύπωση στις παρομοιώσεις του Ομήρου είναι το γεγονός ότι ο ποιητής γνωρίζει

με λεπτομέρειες τη ζωή έξω στη φύση. Περιγραφές πυρκαγιών, πλημμυρών, καταιγίδων. Τη ζωή των γιδάρηδων, των γεωργών, των κυνηγών. Τις συνήθειες των σαρκοβόρων, των πουλιών και

των εντόμων. Τις ονομασίες και τις συμπεριφορές των ανέμων.

Και όλα αυτά με μια διήγηση καθαρή, λαγαρή, πραγματικά ποιητική.

Στον Όμηρο όλα τα ονόματα συνοδεύονται από ένα επίθετο.

Ακόμα και οι αντίπαλοι παρουσιάζονται με επίθετα επαινετικά, δοξαστικά (Θείος Έκτωρ, μέγας Πρίαμος κλπ.).

222

Η συστηματική χρήση των επιθέτων, ειδικά για θεούς και κύρια ονόματα, χρησιμεύουν για να ομορφαίνουν τον ποιητικό λόγο

και αντίθετα με τις παρομοιώσεις είναι συνήθως στερεότυπα. Υποδηλώνουν το κύριο χαρακτηριστικό ενός προσώπου, ενός τόπου ή μιας έννοιας.

Από το πλήθος των παρομοιώσεων ξεχωρίσαμε μερικές ενδει-κτικές για να πάρει ο αναγνώστης μια γεύση από τη γοητεία που

προσφέρουν. Όλα τα αποσπάσματα είναι σε μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Κακριδή.

«Πως τρώει φωτιά χαλάστρα ολόγυρα θεριακωμένο δάσο, ψηλά σε ακρόβουνο, και φαίνεται το λάμπισμα απ’ αλάργα·

όμοια κι αυτοί, ως κινούσαν, ξάστραφταν μες στα χαλκάρματά τους

κι η φλόγα τον αιθέρα σκίζοντας ανέβαινε στα ουράνια.

Κι αυτοί, καθώς πουλιά πετούμενα, για μακρολαιμουδάτοι

κύκνοι για χήνες για και γέρανοι, κοπαδιαστά πετούνε

στις ρεματιές του Καύστρου ολόγυρα, στο ασιανό λιβάδι, χαρά γεμάτα, φτερακίζοντας ολούθε, κι ως καθίζουν, χαλνούν τον κόσμο, πλημμυρίζοντας τον κάμπο απ’ τις κραξιές

τους

όμοια κι αυτοί σωρός απ’ τ’ άρμενα κι απ’ τα καλύβια μέσα

στον κάμπο εχύνουνταν του Σκάμαντρου· κι η γη βροντομαχούσε

άγρια απ’ τα πόδια των αλόγων τους μαζί και τα δικά τους.

Και στάθηκαν στο λουλουδόσπαρτο σκαμαντρινό λιβάδι

αρίφνητοι, όσα τ’ ανοιξιάτικα λουλούδια και τα φύλλα.

Πώς ξεχωρίζουν οι γιδάριδες τα γίδια δίχως κόπο, που σκορπισμένα ανακατώθηκαν την ώρα που βοσκούσαν·

όμοια κι εκείνους οι ρηγάδες τους χωρίζαν κι ορδινιάζαν

να μπουν στη μάχη· κι ο Αγαμέμνονας τη μέση ο πρωταφέντης

ίδιος ο Δίας ο κεραυνόχαρος στην κεφαλή, στα μάτια·

στο στήθος Ποσειδώνας έμοιαζε, στη μέση σαν τον Άρη.

223

Πώς ταύρος από τ’ άλλα ζωντανά μες στο κοπάδι ο πρώτος, κι απ’ τις γελάδες, γύρω ως βόσκουνε, περίσσια ξεχωρίζει·

όμοια του Ατρέα το γιο εμεγάλυνε τη μέρα εκείνη ο Δίας, τρανό μες στους πολλούς, περίλαμπρο στους αντρειωμένους μέσα.

Βροχή πώς ρίχνει ο Δίας αλύπητη, κι ο ποταμός φουσκώνει, κι απ’ τα ψηλά βουνά ξεχύνεται και πλημμυράει τον κάμπο, και πλήθος δρυς κυλούν στο ρέμα του ξεροί, και πλήθος πεύκα, και πλήθος λάσπες, ξύλα, φρύγανα και στο γιαλό τα ρίχνει·

παρόμοια ο μέγας Αίας χιμίζοντας στον κάμπο εκυνηγούσε

και σκότωνε και Τρώες και αλόγατα· κι ουδέ τον είχε νιώσει».

Στα κείμενα του Ομήρου υπάρχουν 200 τουλάχιστον παρομοιώσεις. Με διαφορετικές αποχρώσεις, που πλουτίζουν τη

γλώσσα με καινούργιες εκφραστικές δυνατότητες. Αυτές εκτός

των άλλων χρειάζονται για να σπάνε λίγο το βαρύ κλίμα των α-φηγήσεων πολεμικών σκηνών και να μετριάζουν τη μονοτονία.

Με τις παρομοιώσεις ο Όμηρος δημιουργεί έναν παράλληλο

κόσμο –ειρηνικό– δίπλα στον άγριο κόσμο του πολέμου. Αντλεί

τις παρομοιώσεις του από τον κόσμο της έμβιας φύσης. Εκτός

από λιοντάρια, ελάφια και λύκους βρίσκουμε κάπρους, σκύλους, γαϊδούρια, μουλάρια, ταύρους, σφήκες, ακρίδες, μέλισσες, αετούς, κατσίκες, φίδια, άλογα κλπ. Μία δεύτερη πηγή είναι τα τοπία και τα φυσικά φαινόμενα: πλημμυρισμένα ποτάμια, χιονοθύ-ελλες, άνεμοι, τρικυμισμένες θάλασσες, πυρκαγιές ή και σκηνές

απόλυτης ηρεμίας. Οι περίτεχνες εκτενείς παρομοιώσεις είναι

τέσσερις φορές συχνότερες στην Ιλιάδα από ότι στην Οδύσσεια.

Η «Ασπίς Αχιλλέως» που φιλοτέχνησε ο θεός Ήφαιστος ύστερα από παραγγελία της Θέτιδος, είναι μια μεγάλη παρομοίωση.

Μια φανταστική και ονειρική περιγραφή εικόνων και δράσεων

που απορεί κανείς πως αυτές χρεώνονται σ’ ένα τυφλό Όμηρο.

224

Μα είναι δυνατόν ένας τυφλός να έχει τέτοια πανοραματική αντίληψη της φύσης και της ζωής;

Στην περιβόητη αυτή ασπίδα, με τρόπο θα λέγαμε σουρεαλι-στικό, περιγράφεται από τον Όμηρο ένας ολόκληρος κόσμος, φυ-σικός και κοινωνικός: Γη, θάλασσα, ουρανός με το φεγγάρι και τα

γνωστά αστέρια, γάμοι και γιορτές, χοροί με αυλούς και λύρες, φιλονικίες, παιδιά πάνω στα τείχη μιας πολιορκημένης πόλης.

Εδώ βρίσκονται τα πάντα. Χωράφια, αμπέλια, κοπάδια, φρούτα.

Η απεικόνιση ενός ολόκληρου κόσμου. Μην αμφιβάλλετε ότι αυ-τό μπορεί να γίνει. Κατά τον Όμηρο, οι θεοί μπορούν να τα κάνουν όλα.

Εκείνο που κυρίως πρέπει να προσέξουν σ’ αυτόν τον μακρύ

κατάλογο περιγραφών και εικόνων είναι το γεγονός ότι ο ποιητής

προσπαθεί να μας βγάλει έξω από το σκηνικό του πολέμου. Υπάρχει και ζωή μακριά από αυτόν. Ένας κόσμος ειρήνης και ευ-τυχίας. Και τον κόσμο αυτό –τι φοβερή αντίθεση– τον απεικονίζει

πάνω σε μια πολεμική ασπίδα.

225