ΒΙΒΛΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ by ΤΑΣΟΣ ΣΤΑΜΠΟΥΛΟΓΛΟΥ - HTML preview

PLEASE NOTE: This is an HTML preview only and some elements such as links or page numbers may be incorrect.
Download the book in PDF, ePub, Kindle for a complete version.

ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ι Ρωμαίοι έβαλαν στη ζωή τους τον Όμηρο από πολύ νω-Ορίς . Η γνωριμία τους με τον Όμηρο σίγουρα οφείλεται

στην άμεση επαφή που είχαν κυρίως με τις ελληνικές αποικίες της

Νότιας Ιταλίας και της Σικελίας, όπου τα έπη ήταν πολύ διαδομέ-να. Θα πίστευε κανείς ότι τα ομηρικά κείμενα επηρέασαν μόνο, σε μεγάλο βαθμό, τη Λατινική ποίηση. Αποδεικνύεται όμως πως

αυτά είχαν μεγαλύτερη αποδοχή από τους καλλιτέχνες κάθε είδους –κύρια εικαστικούς– και από τον κόσμο κάποιου επιπέδου.

Βρέθηκαν άπειρα τεχνουργήματα και απεικονίσεις ζωγραφικής σε

αγγεία ή τοιχογραφίες, με θέματα από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Στις μεγάλες πόλεις, Ρώμη, Πομπηία κλπ., οι εύποροι συνή-θιζαν να στολίζουν τα σπίτια τους με τοιχογραφίες που παρίστα-ναν σκηνές από τα δύο έπη, κυρίως από την Οδύσσεια.

Ο Αμερικανός καθηγητής Τζόσεπ Φάρρελ υποστηρίζει ότι πιθανώς η τέτοια αποδοχή να οφείλεται στην πεποίθηση ότι οι Ρωμαίοι κατάγονται από έναν ήρωα του Τρωικού πολέμου, τον Αινεία. Πιστεύει πως οι Λατίνοι ήθελαν, κατά κάποιο τρόπο, να

συνδέσουν το ηρωικό ελληνικό παρελθόν με το Ρωμαϊκό παρόν.

Από όσα γνωρίζουμε για τα ρωμαϊκά σχολεία, ο Όμηρος κατα-λάμβανε κεντρική θέση στη διδακτέα ύλη. Άντρες σαν το Κικέρωνα, τον Πλίνιο, το Σενέκα και τον Λουκίλιο, που πίστευαν ότι

υπηρετούν ηθικές αξίες, παραθέτουν συχνά στα κείμενά τους αποσπάσματα από τα ομηρικά έπη.

Οι Ρωμαίοι τιμούσαν ευλαβικά την Ιλιάδα και την Οδύσσεια

ως παρακαταθήκη βαθιάς σοφίας και ως εγχειρίδιο ορθής συμπεριφοράς. Όταν επρόκειτο για ζητήματα προσωπικού και κοινωνικού ήθους, το κύρος του Ομήρου ήταν τεράστιο.

263

1. Ρώμη

Από τις χώρες που επικρατούσε το ελληνικό στοιχείο τα ομηρικά ποιήματα μεταφυτεύτηκαν, κυρίως στην Ιταλία. Για το γεγονός αυτό δεν χρειάζεται να αιτιολογήσουμε τίποτε. Οι χώρες αυτές σταδιακά κατακτήθηκαν από τους Ρωμαίους. Τι πιο φυσικό οι

κατακτητές να δανειστούν στοιχεία κουλτούρας και πολιτισμού

από τους κατακτημένους. Να μη ξεχνούμε ότι η μισή Σικελία ήταν ελληνική αποικία.

Πρώτη μετάφραση στα λατινικά της Οδύσσειας, σε αρχαίο ι-ταλικό στίχο, έκανε για τους μαθητές του ο Λίβιος Ανδρόνικος

γύρω στο 240 π.Χ. Η μετάφραση αυτή, αν κρίνουμε από τα ελάχιστα αποσπάσματα που διασώθηκαν, δεν ήταν και πολύ σπουδαία. Ωστόσο διδάσκονταν στα σχολεία μέχρι την εποχή του Ο-ράτιου.

Πολλοί ποιητές της εποχής εκείνης ήταν πραγματικοί μιμητές

του Ομήρου. Βοηθούσαν και ο συγκυρίες. Ήταν η εποχή των

σκληρών αγώνων των Ρωμαίων και των Καρχηδονίων. Πολλοί

από αυτούς τους ποιητές, όπως ο Ναίβιος (περίπου 272-200 π.Χ) και ο Ένιος (239-169 π.χ.) σκέφτηκαν ότι οι ρωμαϊκές παραδόσεις

και η ρωμαϊκή πρωτοϊστορία, όπως και η σύγχρονή τους πραγματικά ηρωική ιστορία, αξίζουν μια ποιητική επική απεικόνιση. Έγραψαν πολύστιχα ποιήματα στο πρότυπο της Ιλιάδας, δίνοντας

μάλιστα χαρακτηριστικά των ομηρικών ηρώων στα δικά τους ηρωικά πρόσωπα. Οι ιστορίες τους άρχιζαν από την πτώση της

Τροίας και περιλάμβαναν μέχρι και τις περιπλανήσεις του Αινεία

τον οποίο θεωρούσαν πρόγονό τους. Η αντιγραφή και η μίμηση

δεν αποτελούν στοιχεία καμιάς μεγαλόπνοης δημιουργίας. Από

όλα αυτά τα ποιήματα σώθηκαν 600 περίπου στίχοι.

Μερικές λεπτομέρειες από αυτά τα ποιήματα χρησιμοποίησε

αργότερα για την «Αινειάδα» του ο Βιργίλιος. Ένας Όσκυς στην

καταγωγή και Έλληνας στη μόρφωση, ο Έννιος, θεωρούσε τον

εαυτό του πραγματικό διάδοχο του Ομήρου, ισχυρίζονταν ότι του

264

είχε παρουσιαστεί ο ποιητής και τον είχε ευλογήσει για να γράψει

ένα επικό ποίημα. Από τους λίγους στίχους που σώθηκαν φαίνεται καθαρά πως ο Έννιος όχι μόνο μιμούνταν τις ομηρικές εικόνες

και παρομοιώσεις αλλά και τις άλλες μεθόδους της ελληνικής επικής ποίησης. Η προσφορά του στη ρωμαϊκή λογοτεχνία είναι

σημαντική, γιατί πρώτος αυτός εισήγαγε τον ελληνικό επικό εξάμετρο, που τον προσάρμοσε στις ιδιομορφίες της λατινικής φωνητικής.

Αυτή η καινοτομία είχε σαν αποτέλεσμα να προσδώσει ένα

υψηλό ύφος στην αδούλευτη ως τότε λατινική γλώσσα. Για πολύ

καιρό το ποίημά του ήταν στην επικαιρότητα και άφησε φανερά

ίχνη στη μετέπειτα ρωμαϊκή λογοτεχνία. Από αυτόν τον Έννιο

μέχρι τους μεγάλους κλασικούς Λατίνους, υπήρξαν αρκετοί ποιητές, αλλά από το έργο τους δεν σώθηκε σχεδόν τίποτε.

Ο Ρωμαίος ποιητής Οράτιος είχε γράψει μια επιστολή προς έναν νεαρό μαθητή της ρητορικής, τον Λόλιο Μάξιμο, λέγοντάς

του ότι ξαναδιάβαζε τον Όμηρο και ότι, κατά τη γνώμη του, ο

Όμηρος καλύτερα από οποιαδήποτε ρήτορα, θα μπορούσε να μας

δείξει «τι είναι έντιμο και τι ανέντιμο, τι είναι χρήσιμο και τι είναι

επιβλαβές. Δέξου τη συμβουλή μου, του έγραφε. Εμπιστεύσου

εκείνον ο οποίος είναι σοφότερος από εσένα τώρα που είσαι ακόμη νέος. Το νέο βαρελάκι κρατά για πολύ καιρό το άρωμα του

κρασιού που περιείχε».

Στην περίπτωσή μας ταιριάζει η ρήση ότι ο άνθρωπος είναι

ζώο μιμητικό. Τα έργα των μεγάλων δημιουργών επηρεάζουν λί-γο ή πολύ αυτά των επομένων. Ο Όμηρος επηρεάζει τον Έννιο κι

αυτός τους μετέπειτα. Ακόμα και τον Λουκρίτιο και τον Βιργίλιο.

Και στους δυο αυτούς ποιητές υπάρχουν πολλά σημεία που θυμίζουν Έννιο.

Να πούμε και λίγα λόγια για τον μεγάλο της λατινικής λογοτεχνίας, τον Βιργίλιο. Είναι ο ποιητής της «Αινειάδας». Όπως είναι

γνωστό οι Ρωμαίοι θεωρούσαν γενάρχη τους τον ήρωα της Τροίας

265

Αινεία, που μετά την καταστροφή της πόλης από τους Αχαιούς

πήγε στην Ιταλία. Έτσι λέει η παράδοση.

Ο Βιργίλιος αντέγραψε σε πολλά σημεία τον Όμηρο. Η μυθολογία και οι θεοί παίζουν και σ’ αυτόν μεγάλο ρόλο. Πολλές παρομοιώσεις και κάποτε στίχους ολόκληρους, τα παίρνει από τον

Όμηρο. Τον βοήθησε ως ένα βαθμό και η Αλεξανδρινή ποίηση

και ιδιαίτερα το έπος του Απολλώνιου του Ρόδιου για τους αργο-ναύτες. Η «Αινειάδα» το ποίημα αυτό, του Βιργιλίου, αν και υπο-δεέστερο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, έγινε για τους Ρωμαίους

βαθιά εθνικό.

Στη Ρώμη ο Οκταβιανός, που αργότερα έγινε αυτοκράτορας

σαν Αύγουστος, φαίνεται πως υπήρξε πάτρωνας του Βιργιλίου. Ο

ποιητής του αφιέρωσε δύο νεανικά του έργα, τις «Εκλογές» και

τα «Γεωργικά». Λέγεται πως με την παρότρυνση του Αυγούστου

άρχισε να γράφει την «Αινειάδα».

Ο Βιργίλιος πέθανε το 19 π.Χ. Δεν παντρεύτηκε ποτέ. Λίγο

προτού πεθάνει ζήτησε από τους φίλους του να κάψουν τα χειρόγραφα της «Αινειάδας». Οι φίλοι του αποφάσισαν να μην τον υ-πακούσουν. Σύντομα το έργο του εκδόθηκε και κυκλοφόρησε

πλατιά. Τι τον ώθησε σ’ αυτήν την απόφαση; Ίσως η επίγνωση ότι

δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τον Όμηρο.

Στους αιώνες που ακολούθησαν η επική ποίηση έχασε τη λάμψη της και υποβαθμίστηκε. Τα αίτια είναι πολλά, κοινωνικά και

ιστορικά (χριστιανισμός, ανάπτυξη της πεζογραφίας, διάδοση της

γραφής κλπ.). Από δω και πέρα και μέχρι την Αναγέννηση, Όμηρος και Βιργίλιος και φυσικά όλη η αρχαία γραμματεία διασώζο-νται χάρη σε μεμονωμένους μορφωμένους και σοφούς ανθρώπους

ή σε συλλέκτες και διάφορες βιβλιοθήκες.

Τον 19ο αιώνα ο ποιητής Τζάκομο Λεοπάρντι, που θεωρούσε

τον εαυτό του προσεκτικό αναγνώστη τόσο του Ομήρου όσο και

του Βιργιλίου έγραφε: «Πάντα θα θαυμάζουμε περισσότερο τον

Αχιλλέα τον οποίο περιέγραψε ο Όμηρος παρ’ όλα τα ελαττώματά

266

του, απ’ ότι τον τέλειο ήρωα τον οποίο ενσάρκωσε ο Αινείας του

Βιργιλίου. Αυτό συμβαίνει λόγω της αυταπάτης και της πειθούς, που καθιστούν τον πρώτο πιο πιστευτό».

Από το σχολείο γνωρίζουμε ότι κτήτορες της Ρώμης και πρό-γονοι των Λατίνων ήταν τα δίδυμα αδέρφια Ρωμύλος και Ρέμος.

Η παράδοση έλεγε ότι τους ανέθρεψε μια λύκαινα. Την εποχή του

Βιργιλίου (πέθανε το 19 π.Χ.) γενάρχης των Λατίνων παρουσιάζεται ο τρωικός ήρωας Αινείας. Το έπος «Αινειάδα» που έγραψε ο

Βιργίλιος θεωρείται η κορυφή της λατινικής ποίησης. Τελικά τι

ισχύει; (Ας απαντήσουν οι ιστορικοί).

Το 401 ο Αλάριχος, βασιλιάς των Γότθων, εισέβαλε στην Ιταλία και μετά από εννιά χρόνια πολέμων κατέκτησε τη Ρώμη. Η

συμφιλίωση με το παγανιστικό παρελθόν που είχε κάποια απήχηση στους χριστιανούς της Ρώμης ατόνησε. Τα αρχαία κείμενα τα

μελετούσαν όσοι είχαν παιδεία, στα μοναστήρια και τα αβαεία και

τα αντέγραφαν σε διάφορα εργαστήρια.

Η πτώση του γοτθικού βασιλείου δεν άργησε, εμφανίστηκαν οι

Βάνδαλοι και το 455 κυρίευσαν και λεηλάτησαν τη Ρώμη. Ήταν η

απαρχή μακροχρόνιων πολέμων που κατέστρεψαν όλη την Ιταλι-κή χερσόνησο και βύθισαν τον κόσμο στη φτώχεια και τη δυστυχία. Το ενδιαφέρον για τα βιβλία ατόνησε. Ο Όμηρος και οι ιστορίες του έγιναν μακρινή ανάμνηση. Έπρεπε να περάσουν πολλοί

αιώνες για να ζωντανέψει στη δύση η αγάπη για την αρχαία λογοτεχνία και τον Όμηρο. Στην ανατολική αυτοκρατορία, όπου είχε

παγιωθεί κάποιου είδους σταθερότητα, ο Όμηρος διαβαζόταν ακόμα στις σχολές και τις βιβλιοθήκες.

2. Ιταλία

Η εποχή της αναγέννησης ήταν κατάλληλη για την εκ νέου α-ναβίωση των αρχαίων κειμένων που για χίλια περίπου χρόνια, είχαν μείνει στο περιθώριο. Ο ανανεωτικός και φιλελεύθερος αέρας

που είχε αρχίσει να φυσάει στην Ευρώπη, παραμέριζε θρησκευτικές, φυλετικές και γλωσσικές διαφορές.

267

Ο Όμηρος δεν είχε πεθάνει. Ανέτειλε πάλι σαν ήλιος πελώριος

για να φωτίσει τη λογοτεχνία και τη διανόηση. Οι πρώτοι ουμανι-στές π.χ. όπως ο Πετράρχης κ.ά. είχαν την επιθυμία να μάθουν

ελληνικά για να μπορούν να διαβάζουν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στο πρωτότυπο. Πολλοί νεαροί Ιταλοί πηγαίνουν στο Βυζάντιο να μάθουν ελληνικά.

Η επίδραση του Ομήρου στην λογοτεχνία της λατινικής γλώσσας την εποχή εκείνη είναι ολοφάνερη. Η αντανάκλαση της ομηρικής επιρροής φαίνεται καθαρά στο έργο του Τάσσο «Απελευθε-ρωμένη Ιερουσαλήμ». Ο Βοκάκιος που δεν γνώριζε ελληνικά, παρακάλεσε έναν μορφωμένο βυζαντινό, τον Πιλάτο (στα 1360) που ήταν περαστικός από την Ιταλία, να του μεταφράσει προφορικά την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Στα 1396 εμφανίζεται στη

Φλωρεντία ο Έλληνας σοφός Μανουήλ Χρυσολωράς κι αρχίζει

να διδάσκει την ελληνική γλώσσα. Αργότερα, στα μέσα του 15ου

αιώνα, την έδρα της ελληνική γλώσσας στη Φεράρα την κατέχει ο

σοφός Έλληνας Θεόδωρος Γαζής και στη Φλωρεντία ο Αργυρό-πουλος, δάσκαλος του γνωστού ουμανιστή Α. Πολιτσιάνο.

Την εποχή αυτή γίνεται η μεγάλη τεχνολογική επανάσταση της

τυπογραφίας από το Γκούτενμπεργκ. Η Ιταλία έχει πια δικές της

εκδόσεις του ομηρικού κειμένου που τις οφείλει στον περίφημο

βενετσιάνο εκδότη Άλδο Μανούτιο. Γίνονται προσπάθειες για

νέες μεταφράσεις του Ομήρου. Σε λίγο η γνωριμία με τον Όμηρο

και την ελληνική λογοτεχνία έχει πλατιά διαδοθεί σε όλη την Ιταλία. Όλη αυτή η γνωριμία για τον Όμηρο γίνεται, φυσικά, κάτω

από τον ίσκιο της λατινικής λογοτεχνίας. Για πολλά ακόμη χρόνια

οι Λατίνοι ποιητές, Οράτιος, Βιργίλιος κλπ., θα θεωρούνται υπέρ-τεροι του Ομήρου. Όταν όμως, άρχισε η συστηματική μελέτη και

ανάλυση τη αρχαίας λογοτεχνίας, Ελληνικής και Ρωμαϊκής, τα

πράγματα άλλαξαν: Ο ΟΜΗΡΟΣ ΚΑΘΙΣΕ ΞΑΝΑ ΣΤΟ ΘΡΟΝΟ

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΩΜΕΝΟΣ.

3. Γαλλία

268

Η συστηματική μελέτη της ελληνικής λογοτεχνίας και γλώσσας αρχίζει στη Γαλλία με κάποια καθυστέρηση. Γύρω στα 1530

παρουσιάστηκαν σπουδαίοι ελληνιστές και εκδότες ελληνικών

έργων. Έως τότε η αρχαία ελληνική λογοτεχνία και φυσικά ο Όμηρος, ήταν σχεδόν άγνωστη. Η πλατιά γνωριμία μ’ αυτή (την

αρχαία ελληνική λογοτεχνία) την οφείλουμε στον Ραμπελέ.

Την εποχή αυτή στη Γαλλία γράφονται τα πρώτα έπη. Τα έργα

αυτά είναι πολύ μέτρια. Ο Βολταίρος ισχυριζόταν ότι οι Γάλλοι

έχουν λιγότερες ικανότητες από τους άλλους λαούς για τη δημιουργία επικής ποίησης. Αρκετοί Γάλλοι, όπως ο Λεμάρ γνωρίζουν τον Όμηρο, όχι από το πρωτότυπο αλλά από τις λατινικές

μεταφράσεις. Η πρώτη μετάφραση του Ομήρου στη γαλλική

γλώσσα, έργο του Σαλέλ, έγινε το 1545. Ο Σαλέλ θεωρούσε τον

Όμηρο πατέρα των τεχνών.

Οι περισσότεροι Γάλλοι συγγραφείς την εποχή του Λουδοβί-κου ΙΔ΄ μιμούνταν στα έργα τους το λατινικό ρητορικό ύφος. Αυ-τό όμως δεν εμπόδιζε τον Ρακίνα, γνώστη της ελληνικής λογοτεχνίας, να εκτιμά πολύ τον Όμηρο. Εκτιμούσε πολύ τον Όμηρο και

ο Μπουαλώ που σ’ ένα του βιβλίο λέει: «Ο Όμηρος έχει μορφω-θεί από την ίδια τη φύση. Τα έργα του είναι ανεξάντλητος θησαυρός από ενδιαφέροντα θέματα. Ότι αγγίζει γίνεται χρυσάφι. Όλα

στα χέρια του αποκτούν μια καινούργια γοητεία… Μια ευτυχι-σμένη φλόγα εμψυχώνει το λόγο του. Δεν χάνει το δρόμο του και

δεν κάνει υπερβολικές παρεκβάσεις. Η υπόθεση των έργων του

ξετυλίγεται και πλέκεται αυθόρμητα… Αγαπάτε τα ποιήματά του, αλλά με μια αγάπη γνήσια…».

Σίγουρα υπήρχαν και άνθρωποι πνευματικοί που δεν τους άγ-γιζε θετικά ο Όμηρος. Πολλοί από αυτούς υποστήριζαν ότι η παλιά λογοτεχνία δεν έχει να προσφέρει τίποτε στο παρόν και ότι η

σύγχρονή τους είναι απείρως καλύτερη. Το είπαμε και σε προηγούμενο κεφάλαια. Ο κριτικός δε φτάνει να έχει κεφάλι στους

269

ώμους. Πρέπει το κεφάλι αυτό να έχει μέσα μυαλό και όχι πουτίγκα.

Καλύτερη κατανόηση του Ομήρου θα βρούμε στο δεύτερο μι-σό του 18ου αιώνα. Ο μεγάλος Ζαν-Ζακ Ρουσσώ θαύμαζε το ποιητή για τη φυσική του απλότητα και τη γοητευτική του αφήγηση.

Την ίδια γνώμη έχει για τον Όμηρο και ο Ντιντερό. Γράφει: «Τι

όμορφη απλότητα, πόσο άσχημα κάναμε ν’ απομακρυνθούμε από

αυτή. Αν θέλουμε να καταλάβουμε τι πόνο νιώθει ο πατέρας που

έχασε το γιο του, ας ακούσουμε τον Πρίαμο…».

4. Αγγλία

Ο αέρας της προόδου και του φιλελευθερισμού, που φυσούσε

στην εποχή της Αναγέννησης, έγινε αιτία να προσεχθεί και να τελειοποιηθεί η εθνική και λογοτεχνική γλώσσα στην Αγγλία. Αυτό

έγινε με βάση τη μελέτη των αρχαίων γλωσσών και των λογοτε-χνιών τους. Και μια που η ελληνική ήταν μια από τις γλώσσες αυτές, αναπόφευκτα μελετήθηκε και η αρχαία ελληνική λογοτεχνία

με πρωτιά τον Όμηρο και τα έπη του.

Το ενδιαφέρον για την ελληνική γλώσσα ξεκινάει στην Αγγλία

αρκετά νωρίς. Μεγάλος θαυμαστής της ήταν ο φίλος του Έρα-σμου, Θωμάς Μουρ. Στο βιβλίο του «Ουτοπία» (1518) θεωρεί την

ελληνική γλώσσα ανώτερη από όλες τις άλλες. Στα 1540 ιδρύεται

έδρα της ελληνική γλώσσας στο Κέμπριτζ, αλλά γενικά ως το τέλος του

ου

16 αιώνα την εκτίμηση του κοινού την είχαν ο Λατίνοι

και όχι οι Έλληνες συγγραφείς. Λίγοι ήξεραν τον Όμηρο κι αυτοί

τον θεωρούσαν κατώτερο από το Βιργίλιο.

Τα πράγματα άλλαξαν με την αγγλική μετάφραση του Ομήρου

που έγινε από τον Τσάπμαν. Θεωρήθηκε μεγάλο πνευματικό γεγονός. Η μετάφραση εκδόθηκε τμηματικά το 1615. Η μετάφραση

αυτή έγινε κτήμα της αγγλικής λογοτεχνίας, γιατί ο Τσάπμαν επε-ξεργάστηκε τη μετάφραση μ’ ένα εκφραστικό και ρωμαλέο ύφος, με μια γλώσσα προσιτή και προσεγμένη και γενικά με έμπνευση

και ταλέντο.

270

Ο επικός ποιητής Ντράιντεν, που σαν θαυμαστής μετέφρασε

την «Αινειάδα» του Βιργιλίου, στο τέλος της ζωής του παραδέ-χτηκε ότι ο Λατίνος ποιητής ήταν επηρεασμένος από τον Όμηρο, τον οποίο έβρισκε πιο κοντά στο δικό του πνεύμα. Στον Όμηρο

θαύμαζε «την ακούραστη ορμητικότητα της αφήγησης». Χωρίς

τον Όμηρο, είπε, δεν θα υπήρχε ούτε ο Βιργίλιος.

Ο Γουώτον, που ήταν σύγχρονος του Ντράιντεν, θέλοντας ν’

αντικρούσει τις παρατηρήσεις του Γάλλου Περρώ, ότι η Ιλιάδα

έχει υπερβολική τραχύτητα, υποστήριζε ανάμεσα στα άλλα ότι «η

απλότητα των αισθημάτων των αρχαίων δεν είναι δείγμα τραχύ-τητας αλλά υγείας».

Να πούμε εδώ μια αλήθεια. Η προσέγγιση και η μελέτη των

αρχαίων κειμένων από τους κριτικούς και τους σοφούς διαφόρων

λαών δεν γίνεται μόνο από περιέργεια ή για θαυμασμό και αγάπη

γι’ αυτά. Όλοι οι πολιτισμένοι λαοί, Ιταλοί, Γάλλοι, Άγγλοι, Γερμανοί κλπ. μελετούν τις αρχαίες λογοτεχνίες για να βελτιώσουν

και να τελειοποιήσουν τη δική τους. Φροντίζουν ταυτόχρονα να

επεξεργαστούν μια εθνική λογοτεχνική γλώσσα σύμφωνα με τα

πρότυπα των αρχαίων. Οι μεγάλοι έρωτες και οι αγάπες για τον

Όμηρο δεν λείπουν, δεν λείπουν όμως και οι σκοπιμότητες.

5. Γερμανία, Κάτω Χώρες

Στη Γερμανία και στις Κάτω Χώρες, Ελβετία, Ολλανδία κλπ. η

Αναγέννηση στα πρώτα της χρόνια είχε αποκλειστικά λατινικά

χαρακτηριστικά. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι η εθνική

γλώσσα στις Χώρες αυτές ήταν παραμελημένη σε αντίθεση με

την Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία Αγγλία που προσπαθούσαν να τελειοποιήσουν την εθνική τους γλώσσα με βάση τη μελέτη του ύφους

των αρχαίων συγγραφέων. Μεγάλοι συγγραφείς, όπως ο Έρασμος

και ο Έσσους, επηρεασμένοι από την «Αινειάδα» του Βιργιλίου, έγραψαν τα έργα τους στα λατινικά. Ο Έρασμος έλεγε ότι την εθνική του Ολλανδική γλώσσα τη χρησιμοποιούσε μόνο όταν

χρειαζόταν να συνεννοηθεί με το υπηρέτη του.

271

Στις χώρες αυτές δεν μπορούσαν ακόμη να εκτιμήσουν τον

Όμηρο και τις ιδιομορφίες του πολιτισμού που περιγράφει στα

έργα του. Η μελέτη της ελληνικής γλώσσας και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας δεν είχε ακόμα αρχίσει. Αυτό συνέβη όταν η

λατινολατρεία παραμερίστηκε με τη συμβολή της μεταρρύθμισης, που συμβούλευε τους πιστούς να μελετούν την ελληνική γλώσσα.

Μη σας φαίνεται παράξενο που η καθολική εκκλησία συμβούλευε

τους πιστούς να μάθουν τη γλώσσα των «ειδωλολατρών» Ελλήνων. Το έκανε αυτό, κυρίως για να μπορούν να ερμηνεύουν την

Αγία Γραφή, που ήταν γραμμένη στην αρχαία ελληνική γλώσσα.

Η μεταρρύθμιση δεν απόρριπτε γενικά τη μελέτη των αρχαίων

συγγραφέων. Τους έκρινε κυρίως από ηθική άποψη. Στο διάστημα αυτό άρχισε να γίνεται γνωστός ο Όμηρος. Ο μεγάλος λατινι-στής Έρασμος διάβαζε τον Όμηρο στα ελληνικά και δεν τον έβλεπε εχθρικά όπως ισχυρίζεται ο Τσεζαρόττι. Στα κείμενα του

Εράσμου υπάρχουν πολλές αναφορές στον Όμηρο. Εκατό περίπου ομηρικούς στίχους τους θεωρούσε αποφθέγματα και τους συ-μπεριέλαβε στην περίφημη συλλογή του «Αμάτζια» μεταφράζο-ντάς τους σε ποιητικό λόγο στα λατινικά.

Ο Ράιχλιν είναι ο πρώτος διδάσκαλος της ελληνικής γλώσσας

στη Βασιλεία. Σε λίγο καιρό στις γερμανικές σχολές καθιερώνεται

η ελληνική γλώσσα και ο συνεργάτης του Λούθηρου Μελάγχθων, συμβουλεύει να μελετάνε τον Όμηρο για σκοπούς ηθικούς

και πρακτικούς. Υποστήριζε ότι: «Η μελέτη της γλώσσας ανα-πτύσσει την ευφράδεια που τόσο την εκτιμά και ο Όμηρος, αφού

έχει προικίσει τον Οδυσσέα του με μεγάλη ρητορική ικανότητα.

Ό ίδιος ο Όμηρος υπόσχεται να μας μεταδώσει σπουδαία και άξια

μαθήματα, και γι’ αυτό τραβάει την προσοχή όλων εκείνων που

ασχολούνται με τις επιστήμες από αγάπη προς την αρετή».

Για τον Λούθηρο, όπως και για τον Μελάγχθωνα, ο Όμηρος

είναι ακρογωνιαίος λίθος στην παγκόσμια λογοτεχνία. Γι’ αυτούς

ο Όμηρος είναι και πηγή σοφίας κι επιστήμης. Ο Λούθηρος εκ-272

φράζει το θαυμασμό του για την οργάνωση του ποιητικού κειμένου και για το τεράστιο ταλέντο του ποιητή που χάρη σ’ αυτό

δόξασε τα γεγονότα της Τροίας, που ήταν ασήμαντα στην πραγματικότητα.

Από όλους τους πνευματικούς ανθρώπους αυτή την εποχή στη

Γερμανία ξεχωρίζει ο Βίνκελμαν που έγραψε την περίφημη «Ιστορία της αρχαίας Τέχνης». Αυτός λατρεύει με πάθος τον Όμηρο

και το θεωρεί απαράμιλλο καλλιτέχνη. Ο Βίνκελμαν είχε γοητευτεί από τις αισθησιακές εντυπώσεις που του προξενούσαν οι περιγραφές και η γλώσσα του Ομήρου.

Υπήρχαν σίγουρα και πολλοί συγγραφείς και κριτικοί που υ-ποβάθμιζαν την αξία των ομηρικών επών. Τι το πιο φυσικό; Άλλοι δεν τον κατανοούσαν συγκρίνοντας τα έργα αυτά με τις δοξασίες και τα πιστεύω της εποχής τους και άλλοι γιατί πίστευαν πως

στην Ιλιάδα γίνεται υπερβολική προβολή της βίας. (Ποιος μπορεί

να προσδιορίσει μια εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας όπου

απουσιάζει η βία).

Ο Χέντερ είχε διατυπώσει την άποψη πως δεν πρέπει να κρίνουμε τον Όμηρο με βάση τις ιδέες της εποχής μας. Να ένα απόσπασμα από τα πιστεύω του: «Για την κατανόηση του Ομήρου

είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε την εποχή του και να έχουμε την

ικανότητα να μεταφερθούμε και να προσαρμοστούμε σ’ αυτή. Οι

λαϊκοί μύθοι, οι θρύλοι και η μυθολογία πηγάζουν από την πίστη

και τα αισθήματα του λαού, από τις δυνάμεις και τις τάσεις του, όταν οι άνθρωποι ονειρεύονται εκείνα που δεν ξέρουν και δεν

βλέπουν και δημιουργούν με όλη τους την ψυχή. Οι ιδέες του

Ομήρου για τους θεούς, τη φύση, τη γη, την ηθική, είναι περιορι-σμένες από την εποχή του και από το θρύλο που χρησιμοποιεί.

Η ειλικρίνεια και η σοφία, που συμπλέκει το ζωντανό σύνολο, το αδρό περίγραμμα των χαρακτήρων του, ο όχι έντονος αλλά

απαλός τρόπος της αφήγησής του, η μουσική που κυλάει ακούρα-στο από τα χείλη του, τον κάνουν μοναδικό στο είδος του στην

273

ιστορία της ανθρωπότητας. Η άμεση επαφή του με τη ζωή, με τη

φύση και τη θεότητα δίνει στον Όμηρο τεράστια πλεονεκτήματα

απέναντι στον Όσσιαν (που ήταν της μόδας τότε). Όποιος θέλει

να δημιουργήσει θεούς και ήρωες, ας μαθητεύσει στον Όμηρο. Ο

Όσσιαν είναι τόσο υποκειμενικός όσο ο Όμηρος είναι αντικειμε-νικός. Στον όμηρο η αφήγηση κυλάει μόνη της …»

Ο Όμηρος έγινε πλατύτερα γνωστός στη Γερμανία, χάρη στην

έμμετρη μετάφραση τους Φος. Όλοι από καιρό γνώριζαν πόσο ο

Γκαίτε και ο Σίλλερ θαύμαζαν τον Όμηρο από τη νεαρή τους κιόλας ηλικία. Οι μεγάλοι αυτοί συγγραφείς και φιλόσοφοι ένοιωσαν

απέραντη θλίψη όταν ο περιώνυμος καθηγητάκος Αουγκούστο

Βολφ το 1795 δημοσίευσε τα «Προλεγόμενα στο Όμηρο» και όπου ατεκμηρίωτα υποστήριζε ότι οι έλληνες τον 8ο π.Χ. αιώνα δεν

είχαν γραφή, άρα δεν υπήρξε ποτέ κανένας Όμηρος.

Στην αρχή ο Γκαίτε ταλαντεύτηκε με τη θεωρία του Βολφ, αλ-λά αργότερα την απέρριψε και αυτός. Στα γεράματά του (1 Φεβρουαρίου 1827) έγραψε στον Έκερμαν: Ο Βολφ εκμηδένισε τον

Όμηρο, το ποίημά του όμως δεν μπορεί να το βλάψει· σ’ αυτό το

ποίημα υπάρχει η ίδια θαυματουργή δύναμη που υπάρχει και

στους ήρωες…».

Ο Γκαίτε που σε όλη του τη ζωή λάτρευε τη φύση και την απλότητα, διατήρησε μέχρι τα βαθειά του γεράματα την ίδια γνώμη

για τη φυσικότητα και την ανθρωπιά του Ομήρου. Όσο για τον

Βολφ τα είπαμε σε προηγούμενα κεφάλαια. Υπήρξε και κλέφτης

και ψεύτης. Κλέφτης γιατί δανείστηκε τις ιδέες του από τους προ-λαλήσαντες Τερρασόν, Ομπινιάκ,. Βούντ και Χέντερ για το ίδιο

θέμα (τον κατηγορούν γι’ αυτό με βαριούς χαρακτηρισμούς ο Βιλαμόβιτς Μέλεντορφ και ο Γ. Φίνελερ) και ψεύτης γιατί ισχυρίστηκε ότι όλη η αρχαιότητα συμφωνούσε μαζί του.

274